Ποιητικό Μανιφέστο

ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΗ ΛΥΔΙΑ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΕΤΩΝ ΠΟΥ ΣΥΝΟΔΕΨΕ ΤΟΥΣ ΓΟΝΕΙΣ ΤΗΣ ΣΤΟ ΠΑΡΑΒΑΝ ΚΑΙ ΔΗΛΩΣΕ: ΕΓΩ ΘΑ ΨΗΦΙΣΩ ΦΑΝΤΑΣΙΑ

Στις 21 Μαΐου και στις 25 Ιουνίου ο λαός αποδοκίμασε δύο φορές απανωτά τον αλλόφρονα Συριζαϊσμό του Αλέξη Τσίπρα.

Έντεκα χρόνια είχαμε κουραστεί να χάνουν το νόημά τους οι λέξεις.

Ο Συριζαϊσμός δόμησε τη λαϊκή οργή του 2011 σε πολιτικό λόγο, την έκαμε θέσφατο.

Αυτό δεν μπορούσε να πάει μακριά.

Όσοι κουράστηκαν να λένε ή να κάνουν το καλύτερο, αλλά να τους δείχνουν με το δάχτυλο σα να είπαν ή σα να είχαν κάνει το χειρότερο, γυρίζουν σελίδα.

Μας έκαναν κάθε μέρα να νιώθουμε βρόμικοι κι ας είχαμε δίκιο. Βρόμικοι. Ακόμα κι αν ήμασταν αντίπαλοι των αντιπάλων τους.

Αυτό λέγεται Δίωξη Της Σκέψης.

Οι στρεβλώσεις του πολιτικού λόγου, οι ηθικές δολοφονίες, οι διαπομπεύσεις αντιφρονούντων, η μαζική αποσιώπηση του άξιου αν εκφράσει έστω μία διαφωνία, η τερατολογία, ο έμμισθος τρολισμός, ο πολακισμός, η νοσηρότητα, ο παροξυσμός, το γιαούρτωμα, η περιχαράκωση δύο στρατοπέδων, του δικού μας από τη μια και όλων των άλλων από την άλλη, ο διαχωρισμός του λαού σε δημοκράτες και φασίστες, άλλοτε δε – κατά περίπτωση πάντα – σε ανθρωπιστές και ρατσιστές, η νεκρανάσταση μιας κακιασμένης ορολογίας – ενθύμιο της εμφυλιοπολεμικής περιόδου 1946 – 1949, η εκτόξευση κατηγοριών σε πρόσωπα, σα να έχουν οι κατήγοροι όλα τα δίκια και οι κατηγορούμενοι όλα τα άδικα, εμείς οι αθώοι και όλοι οι άλλοι ένοχοι, η αντιστροφή της κοινής λογικής, η γκεμπελική χειραγώγηση της μάζας, ο αφορισμός, ο χυδαίος συμψηφισμός, ο πολιτικός χουλιγκανισμός, η ενοχοποίηση του επιχειρείν σε βαθμό κακουργήματος και η αγιοποίηση του εργαζόμενου σε βαθμό αφέλειας, η επιβράβευση της μετριότητας, ο χλευασμός της αριστείας, η απαξίωση της αντίθετης σκέψης, η ενοχοποίηση της διαφωνίας, η στοχοποίηση του διαφωνούντα, η κατοχή της μοναδικής αλήθειας, η μονοπώληση της ηθικής, ο ανιστόρητος και ανελλήνιστος λόγος, η αναίδεια, η αυθάδεια, το θράσος, η φτυσιά, η εμπάθεια, η μεμψιμοιρία, η αθώωση της προσβολής, η κουτοπονηριά, ο εξυπνακισμός, ο κωλοπαιδισμός, η αμετροέπεια, η τρίχα που γίνεται τριχιά, ο βερμπαλισμός, η αντιλογία, ο μηρυκασμός, η ιδεολογικοποίηση του Τίποτα, η ανακήρυξη του πρωτόγονου τρόπου σκέψης σε λαϊκό δίκιο, η “μνήμη ψαριού”, η δοξολογία του εφήμερου, η γενίκευση, το τσουβάλιασμα, κι εκείνα τα άψυχα λόγια – συνθήματα στον αέρα σαν ιπτάμενα παγάκια, η αφόρητη ξινίλα, ο γηπεδικός διάλογος, η δαιμονοποίηση του πολιτικού αντιπάλου, η εχθροπάθεια, η τοξική αντιπαράθεση, ο καλικαντζαρισμός, ο αρχηγισμός, η προσωπολατρία, η προσωποφθονία, ο οπαδισμός, η ιδεοληπτική νεύρωση, η εμφύτευση στο συλλογικό ασυνείδητο της κατηγορίας ότι οι δημοσιογράφοι είναι πουλημένοι και ρουφιάνοι, ο ασφυκτικός εξαναγκασμός τους σε αυτολογοκρισία, η λοιδορία της δημοσιογραφίας, η δίωξη των ιδιωτικών Μέσων Ενημέρωσης, ταυτόχρονα όμως η αγιοποίηση των φιλικών, η προβολή και η στήριξη μετριοτήτων της λογοτεχνίας έναντι της υποταγής στη “γραμμή”, η αξιακή εξορία των ανυπότακτων συγγραφέων, όλα αυτά και τ’ άλλα, καταδικάστηκαν από τον ίδιο το λαό ένα βράδυ, μονοκονδυλιά. Έμειναν πίσω μερικές ουρές, αλλά δεν πειράζει, θα κοπούν στην ώρα τους.

Πάλι καλά που δε φτάσαμε στα γκουλάγκ.

Ο Συριζαϊσμός μόλυνε τρία τουλάχιστον κομματίδια που εγκυμόνησε και γέννησε, μόλυνε όμως και το όμορο ΠαΣοΚ.

Συνοπτικά μιλώντας, ο εμμονικός αντιρρησίας θα λοιδορεί την άλλη άποψη για πολύν καιρό ακόμα. Είναι όμως εξόχως παρηγορητικό για τους πολίτες ότι ο απολίτικος πολιτικός λόγος ηττήθηκε. Ακόμα σημαντικότερο είναι που ηττήθηκε από την ψήφο της σιωπηλής πλειοψηφίας.

Σ’ έναν κόσμο που κανένας δε μπορεί να πείσει κανέναν, εκτός από τον εαυτό του, δεν έχεις να πεις πολλά, εκτός από τα βασικά:

Η κουλτούρα των διανοουμένων της μεταπολίτευσης αποδείχτηκε κούφια, η γύμνια της αποκαλύπτει τώρα τα ξύγκια που κρέμονται, ίσα που κρύβεται πρόχειρα πίσω από τα ίδια της τα κουρέλια.

Ωραίες σαπουνόφουσκες έσκασαν και συνεχίζουν να σκάνε μία μετά την άλλη.

Όλο αυτό κράτησε μισό αιώνα. Είχε αρχίσει με 34 μονάδες διαφορά ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και την Ένωση Κέντρου (το 1974) κι έκλεισε με 23 μονάδες διαφορά ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ το 2023. Έχει και η πολιτική τις εξισώσεις της.

Η γοητευτική μυθολογία των αγωνιστών και των επαναστατών του γλυκού νερού που τάχα μάχονται για τη Δημοκρατία, διαλύθηκε σαν καπνός από τη φωτιά που μόλις έσβησε η Πυροσβεστική και μυρίζει.

Η εκλογική ανάδειξη της Νέας Δημοκρατίας σε ισχυρό πολιτικό πόλο γεννά τώρα την ανάγκη συγκρότησης δεύτερου ισχυρού πόλου, ώστε να ισορροπήσει το τωρινό πολιτικό σύστημα. Είναι το αμέσως επόμενο βήμα του, όχι όμως ο δικός μας μακροπρόθεσμος στόχος. Θα εστιάσουμε σε αυτό μέχρι να γίνει, αλλά δεν θα το ακολουθήσουμε όταν γίνει, αν γίνει. Θα φύγουμε, όπως έφυγε ο Τσε Γκεβάρα, όταν ο σύντροφός του Φιντέλ Κάστρο έγινε εξουσία στην Κούβα.

Μιλώντας από τη θέση του αμφισβητία πολίτη, χωρίς κομματικό αφήγημα πίσω από τον λόγο μου, με σημείο εκκίνησης την διαχρονική στάση ζωής, θα εκφράσω – με την ανοχή σας – τις θέσεις μου σε πρώτο ενικό πρόσωπο για να εξηγήσω οικεία την δημοσιογραφική κυρίως – αλλά και την συγγραφική – στάση μου στα πολιτικά πράγματα.

Το κάνω, επειδή ο αναγνώστης θέλει να ξέρει “τι καπνό φουμάρεις” ή “από πού κρατά η σκούφια σου”, ιδίως αν μιλάς από τη θέση του δημοσιογράφου ή του συγγραφέα.

Η αντίληψη αυτή του λαού έρχεται από την εποχή της κραταιής Κοινότητας. Θα επικαλεστώ μια ωραία ιστορία που μιλάει για μια σκηνή στο λεωφορείο:

Μια γριά κάθεται δίπλα σ’ έναν Κινέζο. “Κι απού πού είσι είπαμι;”, του λέει. “Από την Κίνα”, απαντά ο Κινέζος. “Κι τίνους είσι;”…

Είν’ ένα λαϊκό μοτίβο που μεταφράζεται ακαταμάχητα στο απλό ερώτημα: “Σε ποιο κόμμα ανήκεις;”.

Σ’ αυτό το λαϊκό πνεύμα που εκδηλώνεται τόσο χαριτωμένα, αισθανόμουν ως δημοσιογράφος τακτικά την ανάγκη ν’ απολογούμαι στον αναγνώστη.

Υπήρξα ψηφοφόρος και ανένταχτος φίλος κομμάτων που εκπλήρωναν κάθε φορά την ελάχιστη συνθήκη του “μη χείρον βέλτιστον”. Δεν έχει σημασία ποια ήταν τα κόμματα αυτά, δεν έχει σημασία ούτε για μένα, ούτε για σας.

Σημασία έχει ότι με την ίδια λογική θα συνεχίσω να μετέχω στις εκλογικές διαδικασίες, ψηφίζοντας πάντα “το μη χείρον”, χωρίς ιδεασμούς ή εμμονές. Άλλωστε η απενοχοποίηση της ψήφου είναι το πρώτο βήμα της αφύπνισης.

Πολιτικά μιλώντας, δηλώνω αντίπαλος στην – ισχυρή πια – Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Είν’ ένα κόμμα που δεν εξέφρασε ποτέ τα πολιτικά μου ζητούμενα, ούτε μπορεί να τα εκφράσει τώρα.

Η κάθετη εναντίωσή μου στον ΣΥΡΙΖΑ τα χρόνια της κυριαρχίας του δεν με κατέστησε φίλο ή οπαδό της Νέας Δημοκρατίας. Θα βόλευε πολύ το αφήγημά τους αν το άφηνα στο τέλος ασχολίαστο. Δεν θα τους κάνω το χατίρι.

Το “δόγμα Μπους” (όποιος δεν είναι μαζί μου, είναι εναντίον μου) βασικό συστατικό του Συριζαϊσμού, στον φιλοσοφικό μου κώδικα είναι αποτρόπαιο.

Είμαι απέναντι στην νέα κυβέρνηση, αλλά και στη νέα αντιπολίτευση, απέναντι σε όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, της μείζονος και της ελάσσονος, απέναντι σε ό,τι εκπροσωπούν ως κομματικό σύστημα.

Τα πολιτικά ζητήματα δε βρίσκονται στην κορυφή της λίστας ενδιαφερόντων του στοχαστή, ούτε του πολίτη, εκπροσωπούν μόνο μία συνθήκη της κοινής ζωής. Ως εκεί.

Όταν λοιπόν ο διάχυτος λήρος των νεοφώτιστων στην πολιτική εξοβελίζει την διαλεκτική που, κάποτε, ήταν εργαλείο σκέψης για την αριστερά, είναι πρόβλημα. Συλλογικό πρόβλημα.

Η κομματική διαμάχη, όπως διεξάγεται στην τηλεοπτική κερκίδα, πριν και μετά τις εκλογές, προσβάλλει βάναυσα τον πολίτη, τον μεταχειρίζεται ως κάφρο, υποκαθιστά τη νοημοσύνη του. Αλλ’ αυτό δεν διαφέρει από τον φασισμό. Οι πολιτικοί που κραδαίνουν μια γκλίτσα (ή το δάχτυλό τους) για να μιλήσουν στους πολίτες όπως οι τσοπαναραίοι στα πρόβατα, τι άλλο είναι;

Ο κομματισμός μόλυνε το λαϊκό αίσθημα, δίχασε το λαό, δίχασε τη χώρα, δίχασε ακόμα και τον πυρήνα της χώρας, την οικογένεια.

Είμαι πολέμιος στην αλαζονεία της εξουσίας, άλλο τόσο όμως είμαι πολέμιος στην αλαζονεία της αντιεξουσίας.

Δεν είμαι μηδενιστής. Απλά, δε μπορώ να συναντηθώ πουθενά πια με την αριστερά, διότι, αντί να δομεί τον δικό της λόγο, αποδομεί τον λόγο του αντιπάλου. Θεωρώ συλλογική και ατομική ανοησία να ξηλώσουμε την τρέχουσα εξουσία για να βάλουμε στη θέση της άλλη.

Εξηγώντας το πρίσμα της δημοσιογραφικής κριτικής που άσκησα διαχρονικά σε όλα τα κόμματα και στην Εκκλησία, την οποία βλέπω ως εξουσία, επικαλούμαι πρωταρχικά τον συγγραφέα του “Κιβωτίου” Άρη Αλεξάνδρου (1922 – 1978) που είπε:

“Δεν ανήκω σε κανένα κόμμα και σε καμία πολιτική οργάνωση. Δεν είμαι μέλος καμιάς εκκλησίας. Δεν είμαι οπαδός καμιάς θρησκείας… Ανήκω στο ανύπαρκτο κόμμα των ποιητών”.

Ως φιλόμουσος μιλώ. Ως φίλος των Εννέα Μουσών και της μαμάς τους, της Μνημοσύνης.

Η ποίηση ήταν πάντα η αστείρευτη πηγή συγκίνησης, η μήτρα, η αφετηρία, το κίνητρο και το ζύγι της δημοσιογραφικής κριτικής που άσκησα, ταυτόχρονα δε, η θεωρία μου και η πράξη.

Δε φτάνει όμως να εκφράζεται ο εαυτός. Κορμός της ύπαρξης είναι να εκφράζεται μαζί και ο Συλλογικός εαυτός.

Ελπίζω με την διατύπωση αυτή να λύνω απορίες που – κατά καιρούς – οι αιρετικές θέσεις μου δημιούργησαν.

Θα ήμουν προσωρινά ευτυχής αν μπορούσα να επιλέξω εκλογικά ένα μικρό κόμμα ΜΗ εξουσίας. Θα το έκανα υπό έναν όρο: Να μιλά σα να κυβερνά. Διότι ο καλός κριτής βάζει τον εαυτό του στη θέση του κρινόμενου, μιλά σα να ήταν αυτός που διέπραξε το κρινόμενο γεγονός. Έτσι στοιχειοθετείται το ιδανικό κριτήριο του ορθού λόγου.

Δεν υπάρχει τέτοιο κόμμα.

Όλα τα μικρά κόμματα (δεξιά κι αριστερά) λειτουργούν σαν μπακάλικα του αρχηγού, καρικατούρες βασιλικών αυλών, εκφράζονται ολιγαρχικά και αντιδημοκρατικά, ενίοτε δε φασιστικά.

Ποια τάχα Δημοκρατία μπορούν να υπερασπιστούν αυτά τα κόμματα, εάν πάρουν την εξουσία; Και ποια θέση μπορώ να πάρω τώρα εγώ απέναντί τους, εκτός από την άρνηση;

Δεν υποτάχτηκα στην καπιταλιστική εξουσία, ούτε στην σοσιαλιστική. Γιατί άραγε να υποταχτώ στην μονοπρόσωπη εξουσία του αρχηγού; Πώς θα μπορούσα να γίνω αυλικός του ηγέτη; Εκλεκτός του Θεού ή Εκλεκτός του λαού, απορρίπτεται.

Θα μπορούσα να είμαι μέλος του ΚΚΕ, επειδή είναι “κόμμα μη εξουσίας” κι επειδή το 2008 έσωσε τη Βουλή από ένα νέο Ράιχσταγκ. Αλλά το ΚΚΕ θέλει την δικτατορία του προλεταριάτου. Αυτό σημαίνει ότι, αν πάρει 51% στις εκλογές, θα σχηματίσει κυβέρνηση για να καταργήσει όλα τα κόμματα, εκτός από τον εαυτό του.

Αν είναι να καταργήσουμε τα κόμματα, να τα καταργήσουμε όλα. Όχι να καταργήσουμε όλα τ’ άλλα εκτός από το δικό μας.

Κι επίσης, δεν υπάρχει προλεταριάτο. Υπήρχε την εποχή του Καρόλου Μαρξ, δεν υπάρχει όμως πλέον.

Σήμερα υπάρχει ο εργαζόμενος. Όμως άλλο εργαζόμενος και άλλο εργάτης.

Οι εργαζόμενοι δεν συγκροτούν επαναστατική τάξη. Είναι φιλήσυχοι μικροαστοί και κοιτάει ο καθένας τη δουλίτσα του. Με τα κοινά, ασχολούνται τα λαμόγια, λένε.

Η απαξία των μικροαστών για τους πολιτικούς, αλλά και για την πολιτική, συνακόλουθα δε για την δημοσιογραφία, πρωτοεμφανίστηκε στην δεκαετία του ’90, μετά την πολιτική ηγεμονία του ΠαΣοΚ, η ηγεσία του οποίου έκανε άρχοντες τους μη προνομιούχους Έλληνες, όντως κυνηγημένους μέχρι τότε από την παραδοσιακή δεξιά.

Ο γενικευμένος εκείνος αφορισμός το 2010 γέννησε τον πικρόχολο, μνησίκακο και αντιδιαλεκτικό Συριζαϊσμό.

Ήταν μια πρωτόγονη απόπειρα για να διασκεδάσει ο μικροαστός τις φιλοτομαρικές ενοχές του. Ενοχοποιώντας “το σύστημα” μετέθετε τις ευθύνες του ατόμου και αθώωνε τον εαυτό του.

Ακόμα πιο πριν, το φθινοπωρινό εκείνο βράδυ του 1981 που ο Ανδρέας Παπανδρέου θριάμβευε με 48%, είπα στην καταχαρούμενη παρέα μου που το γλένταγε στη Μυρτιά, ότι “το ΠαΣοΚ είναι ένα μικροαστικό κόμμα και θα ξεφουσκώσει”.

Ξεφούσκωσε μετά από τριάντα χρόνια.

Η πολιτικοποίησή μου είχε γίνει λίγα χρόνια νωρίτερα, στο ΚΚΕ, όταν μετά την πτώση της χούντας, ψάχναμε απαντήσεις για την ύπαρξη, για την οντότητα, για το νόημα της ζωής. Με είχε γοητεύσει τότε η διαλεκτική των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων που επικαλούταν στην ανάλυσή του ο Κάρολος Μαρξ.

Η πολιτική μου ανέλιξη ανεκόπη απότομα, όταν (όντας υποψήφιος για τα ανώτερα κομματικά όργανα) είπα σε μία κομματική ομιλία μου ότι αποκλείω να γίνει προλεταριακή επανάσταση στις ΗΠΑ, διότι ο εργαζόμενος εκεί έγινε ήδη ιδιοκτήτης διαμερίσματος, εξοχικού σπιτιού και ιδιωτικού αυτοκινήτου, χάνοντας έτσι τον ιστορικό ρόλο της εργατικής τάξης, όπως τον είχε ορίσει ο Κάρολος. Ο επαναστάτης που προσχωρεί στην ιδιοκτησία των καταναλωτικών αγαθών, δε μπορεί ν’ αμφισβητήσει την ιδιοκτησία των Μέσων Παραγωγής που είναι ο θεμέλιος λίθος για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού.

Αυτό ήταν όλο! Είχα διαπράξει ασυγχώρητη αμαρτία. Όπως αποδείχτηκε, ήταν χειρότερη ακόμα κι από εκείνη για την οποία ο παπάς στέλνει τον αμαρτωλό ισόβια στην κόλαση να βράζει εκεί στα καζάνια με το κατράμι.

Μου κόλλησαν τη ρετσινιά του ρεβιζιονιστή και – δουλεύοντας υποχθόνια – μ’ εξοστράκισαν.

Θες από περηφάνια, θες από εντιμότητα, θες από σοφία, έγινα φίλος, αλλά ποτέ μέλος άλλου κόμματος.

Στενοπρόθεσμα, τάσσομαι τώρα στο πλευρό των πολιτών και των πολιτικών που θα επιχειρήσουν την συγκρότηση του δεύτερου πόλου, διότι, αν ο δεύτερος πόλος δεν καταφέρει να γίνει αριστερά της Νέας Δημοκρατίας, θα γίνει νομοτελειακά στα δεξιά της. Φτάνει αυτό για να πάρει επειγόντως θέση κάθε σκεπτόμενος πολίτης.

Το ΠαΣοΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ υπήρξαν μεγάλα κόμματα εξουσίας, δε μπορούν όμως να ξαναγίνουν. Χρειάζονται μία συγκινητική ιδέα και δεν τη διαθέτουν.

Ο διαθέσιμος ιστορικός χρόνος για την συγκρότηση του δεύτερου πόλου είναι ο χρόνος που θα διανύσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην ηγεσία. Μετά θα είναι αργά. Με άλλα λόγια, αν δεν συγκροτηθεί πόλος αριστερά της Νέας Δημοκρατίας, θα συγκροτηθεί δεξιά της.

Μεσοπρόθεσμα, θα εκτιμούσα πολύ την ίδρυση ενός μη αρχηγικού κεντρώου κόμματος αρχών. Δε μιλώ για κεντροαριστερό κόμμα, όπως είναι σήμερα το ΠαΣοΚ, ούτε για κεντροδεξιό κόμμα, όπως είναι σήμερα η Νέα Δημοκρατία.

Ο σκληρός ανταγωνισμός των τελευταίων ετών για την κυριαρχία του ΣΥΡΙΖΑ ή του ΠαΣοΚ στην κεντροαριστερά είναι μια σκιαμαχία που δεν οδηγεί πουθενά. Διότι, αν το ΠαΣοΚ μεγαλώσει, θα μεγαλώσει λόγω επαναπατρισμού των κακομαθημένων από τον ΣΥΡΙΖΑ. Όμως αυτό θα συνιστά διαιώνιση του αδιέξοδου όπως αποδείχτηκε Συριζαϊσμού.

Η χώρα χρειάζεται ένα γνήσιο κεντρώο κόμμα. Ένα κόμμα που θα ορίσει την γνήσια δεξιά δεξιά του και την γνήσια αριστερά αριστερά του.

Όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης ολοκληρώσει τον ηγετικό κύκλο του, η χώρα θα έχει φτάσει στο τέλος των μεγάλων κομμάτων. Θα βγουν τότε στο προσκήνιο μικρά κόμματα, με μικρά ποσοστά. Ένα από τα κόμματα αυτά θα είναι ισλαμικό. Αυτό σημαίνει ότι ο σχηματισμός κυβέρνησης θα απαιτεί συμπράξεις όχι δύο, αλλά τριών, ίσως και περισσοτέρων κομμάτων.

Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το ισλαμικό κόμμα θα βρεθεί στην κυβέρνηση. Και θα περιμένει χρονικά τις ενσωματώσεις από τις μεταναστευτικές ροές για να μεγαλουργήσει.

Δεδομένου ότι, πλέον, οι κυβερνητικές συμπράξεις μικρών κομμάτων θα απαιτούν παγίωση της απλής αναλογικής με αντίστοιχη διάταξη του Συντάγματος. Κάθε άλλο εκλογικό σύστημα θα υπονομεύει μόνιμα τον δημόσιο βίο, θα κρατάει τον λαό αιχμάλωτο σε ένα διαρκή εμφύλιο σπαραγμό.

Μακροπρόθεσμα, έχουμε ανάγκη από έναν εναλλακτικό πολιτικό δρόμο.

Η Ελλάδα και η Ευρώπη χρειάζονται έναν ιδεολογικό κυματοθραύστη απέναντι στις δεξιές και τις αριστερές ακρότητες που κατά καιρούς θα εκτρέφονται καρκινικά στο σώμα του λαού και θα τον διχάζουν.

Στις ακρότητες αυτές να μην υποτιμούμε καθόλου τις θρησκευτικές που θα προστεθούν. Η εμφάνιση του χριστιανικού κόμματος έγινε ήδη στις 25 Ιουνίου. Τα επόμενα χρόνια θα γίνει και η εμφάνιση του ισλαμικού.

Η εξέλιξη αυτή προδιαγράφει όξυνση, εν τέλει δε, αντιπαράθεση των οργανωμένων πια ιδεοληπτικών νευρώσεων, μια αντιπαράθεση όλων των επιπέδων της δημόσιας ζωής.

Η νεολαία – που διαχρονικά προσωποποιούσε την ελπίδα του έθνους – δεν συμπεριφέρεται σαν ανατρεπτική διάδοχη γενιά, όπως άλλοτε, αλλά σαν άλλη φυλή, άλλης διάστασης, με άλλο ήχο, με άλλα ζητούμενα, ψυχρή και αδιάφορη για τα κοινά, με αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα όμως στον πλούτο.

Τα κόμματα της αστικής Δημοκρατίας είναι ήδη προβληματικοί οργανισμοί, απολειφάδια μιας μακραίωνης λογικής που ναυάγησε. Δεν διαθέτουν ούτε το ιδεολογικό, ούτε το ηθικό βάρος για να σηκώσουν στις πλάτες τους αυτή την ιστορική αποστολή.

Χρειάζεται τώρα ένα κόμμα που θα καταργήσει τα κόμματα, ένα κόμμα που θα καταργήσει την Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία, την Δημοκρατία των Αιρετών, και θα βάλει στη θέση της την Άμεση Δημοκρατία, τη Δημοκρατία των Κληρωτών.

Θ’ αναβιώσει έτσι στον δικό μας καιρό η Αθηναϊκή Δημοκρατία που όλοι επικαλούνται σε όλον τον κόσμο, σε Ανατολή και Δύση.

Ούτως ή άλλως, αν τα κόμματα δεν καταργηθούν από το λαό, θα καταργηθούν από την οικονομική ολιγαρχία. Θα είναι στη Βουλή ως φαντάσματα του εαυτού τους.

Αυτό μπορεί να έγινε ήδη.

Ο σύγχρονος κόσμος δε μπορεί να γίνει κατανοητός μέσα από τις απλοϊκές λογικές των κομμάτων, είτε κατακτούν την κυβέρνηση, είτε ασκούν αντιπολίτευση. Αντιθέτως, η αναβίωση της Αθηναϊκής Δημοκρατίας θα ξαναδιδάξει τη Δύση, θ’ αναβαθμίσει την Ελλάδα σε νέα πνευματική και πολιτική κορυφή του πλανήτη.

Στο πρακτικό μέρος, η κατάργηση των κομμάτων είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για ν’ αντιμετωπισθεί εν τη γενέσει της η επαπειλούμενη αναβίωση του νεοναζισμού, αλλά και η πολιτική οργάνωση του ισλάμ στην Ευρώπη.

Με το εκλογικό όριο 3% το πολιτικό σύστημα έστησε ανάχωμα σε κάποιο πιθανό κρυπτοτουρκικό κόμμα της Θράκης. Όριο που παγίδευσε βέβαια και εθνικά πολιτικά ρεύματα που ίσως είχαν ή θα είχαν γεννηθεί μέσα στο λαό.

Αλλά το 3% είναι ανίκανο να εμποδίσει ένα ισλαμικό κόμμα του κοντινού μέλλοντος. Ένα ισλαμικό κόμμα εξουσίας όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη, που θα έχει σημαία του τη “σαρία”. Η ανεξέλεγκτη μετακίνηση των πληθυσμών από την Ασία και την Αφρική προς την Ευρώπη θα το γεννήσει, θα το θρέψει και θα το ανδρώσει.

Αποικισμός είναι.

Ο ίδιος αποικισμός με εκείνον που γινόταν πάντα, από την εποχή των αρχαίων Ελλήνων που αποίκισαν όλη τη Μεσόγειο. Δε γίνεται κάτι διαφορετικό σήμερα.

Αυτό που θα κάνει το ισλάμ στην Ευρώπη, είναι το ίδιο ακριβώς μ’ εκείνο που έκαμε ο χριστιανισμός στην Αμερική. Καμία διαφορά. Η Ιστορία κάνει κύκλους.

Αφού ξέρουμε αυτό, θα έπρεπε να ξέρουμε και το άλλο:

Η Δημοκρατία των πολιτικών κομμάτων θα μετατραπεί σε εθνικό δόκανο, όποιο εκλογικό σύστημα κι αν εφαρμόζεται.

Η Άμεση Δημοκρατία είναι ποιητική ιδέα. Ποιητική στην αρχή της, αλλά πολιτική, πολιτικότατη στην απόληξή της.

Έτσι λειτουργούσαν πάντα οι μεγάλες ιδέες που άλλαξαν τον κόσμο: Ποιητικά. Όντας αιθερικές, παίρνουν σάρκα και οστά στο υλικό πεδίο και προσδίδουν μετρήσιμη τιμή στην ανθρώπινη μονάδα, όχι στην αγέλη, δίνουν αξία στο άτομο και όχι στη μάζα.

Καλλιεργώ αυτή την ποιητική ιδέα στον νοερό κήπο μου από τότε που συνειδητοποίησα ότι η αντιπροσωπευτική Δημοκρατία ξώκειλε.

Αναγνώρισα την ποιητική διάσταση της πολιτικής, όταν την όρισε ο Φρανσουά Μιτεράν (1916 – 1996): “Πολιτική είναι η διαχείριση των συμβόλων”, είπε.

Ναι, η Πολιτική είναι Ποιητική Τέχνη.

Η Βουλή, όπως την ξέρουμε σήμερα, είναι προέκταση του πάλαι ποτέ Βασιλικού Συμβουλίου, τα μέλη του οποίου διόριζε ο βασιλιάς, επιλέγοντας τους πιο πιστούς ανάμεσα στους αριστοκράτες.

Στην αστική Δημοκρατία (την λεγόμενη και Δυτική) τα μέλη του Κοινοβουλίου επιλέγει μέσω των κομμάτων ο λαός.

Μόνο που το σύστημα της πολιτικοθρησκευτικής εξουσίας βρήκε τον τρόπο να χειραγωγεί τις εκλογές, άρα να νοθεύει και ν’ αλλοιώνει την λαϊκή βούληση.

Αυτός είναι ακόμα ένας λόγος που επιβάλλεται να καταργηθούν τα κόμματα και ν’ ανακηρυχτεί ο ίδιος ο πολίτης σε ιερή Δημοκρατική αξία.

Τα κόμματα γέννησαν την έννοια της μάζας. Καθόλου τυχαία. Η μάζα, το μαζικό, είναι η φύση τους. Δεν υπάρχει όμως πιο υποτιμητική έκφραση για το λαό από τη λέξη “μάζα”. Η “μαζική συμμετοχή” του λαού που ζητούν τα κόμματα, δεν διαφέρει από την συμμετοχή του πολίτη στην αγέλη που καθοδηγεί με τη γκλίτσα του ο τσοπάνης.

Ο λαός δεν είναι αγέλη. Ο λαός πρέπει να πάψει να είναι αγέλη. Πρέπει να βρει ξανά την τιμή και την υπόληψή του, να ζήσει κάποτε με περηφάνια.

Μπορεί να το πετύχει, επειδή τρέφει στα σπλάχνα του σοφούς και μύστες, έχει δασκάλους, τους ποιητές του.

Οι ποιητές ζουν μέσα στο λαό αφανώς, όσο αφανώς ζουν ακόμα σήμερα οι χρυσοί άνθρωποι του Ησιόδου, μέσα στο πλήθος των πήλινων πια (όχι των σιδερένιων) ανθρώπων.

Ένας φίλος έγραψε στο facebook: “Κάνεις αγώνα. Για ποιον; Οι Αξίες που μας δίδαξαν οι γονείς, χάθηκαν”.

Απάντησα με αυτές τις λέξεις:

“Υπάρχουν μέσα στο λαό ψυχούλες που δεν εκδηλώνονται. Γι’ αυτό και δεν τις ξέρει κανείς. Ούτ’ εγώ. Για να φτάσει ο λόγος μου σ’ αυτές τις άγνωστες ψυχούλες, πρέπει να τον λέω σε όλους”.

Αυτό ακριβώς κάνω και με το παρόν κείμενο: Δεν απευθύνομαι στο λαό μαζικά, αλλά στον πολίτη ατομικά. Το πρώτο – πρώτο κείμενο στον “αραμπά” μου στην δεκαετία του ’90, ξεκινούσε με την έκφραση “γεια σου”. Στον ενικό, μιλούσα πάντα στον Ένα, τον μοναδικό μέσα στο πλήθος. Το άτομο, η μονάδα.

Οι ανθρώπινες μονάδες συγκροτούν Κοινότητες, αλλά όχι κόμματα. Στην Κοινότητα υπάρχει ισοτιμία των μελών, στο κόμμα υπάρχει πυραμίδα.

Το ανύπαρκτο κόμμα των ποιητών που έλεγε ο Άρης Αλεξάνδρου και το υπαρκτό κόμμα των ποιητών που λέω τώρα εγώ, λειτουργεί μέσα στο λαό άηχα, δηλαδή ανείπωτα και αθέατα, εκφράζεται με τα μοναχικά έργα των ιερέων της Τέχνης που αθροίζονται, η υπεραξία των οποίων αθροίζεται πού και πού, εν όλω ή εν μέρει, για ν’ ανθίσουν εκρηκτικά και αναστάσιμα κατά την άνοιξη που ευωδιάζει το στερέωμα.

Αυτό το αναρχικό ποιητικό κόμμα που κινείται πέραν της δεξιάς και της αριστεράς ομού, πέραν των θρησκειών, εμπνέει διαχρονικά τον αδέκαστο δημοσιογράφο, τον απροσκύνητο συγγραφέα, διαποτίζει τα Γράμματα και τις Τέχνες, όλες τις Τέχνες, τη λογοτεχνία, τη μουσική, τη ζωγραφική, το θέατρο, τον κινηματογράφο.

Είναι το κόμμα των ποιητών που δεν θα γίνει, δεν θέλει να γίνει ποτέ, ούτε χρειάζεται να γίνει εξουσία.

Φτάνει που τα μέλη του είν’ εδώ για να φωτίζουν τον κόσμο, έτσι όπως τον φώτισαν επί αιώνες τα ποιήματα του Ομήρου και του Ησιόδου. Δεν έγιναν εξουσία πουθενά, όμως αυτό δεν τα εμπόδισε να εξανθρωπίσουν τον πλανήτη.

Αυτό δεν θέλουμε;

Αυτό.

Δεν θέλουμε την κυβέρνηση στη χώρα, ούτε την εξουσία στον πλανήτη. Τον εξανθρωπισμό θέλουμε.

Σ’ έναν πήλινο κόσμο που κάνει ουρές για ν’ ακούσει τον λόγο του καλόγερου, κωφεύει όμως στον λόγο του ποιητή, φτάνει αυτό.

Ούτε οι δάσκαλοι της Αναγέννησης έγιναν εξουσία, πήραν όμως τη νήπια Ευρώπη από το χεράκι και την οδήγησαν στον σύγχρονο πολιτισμό. Με τα Γράμματα και με τις Τέχνες, με τη μελέτη της Ελληνικής Γραμματείας έγινε αυτό.

Παρά τα όσα πιστεύει ο πολύς κόσμος, η Τέχνη προηγείται της Πολιτικής. Η Πολιτική έπεται της Τέχνης.

Αυτό σημαίνει ότι, ασκώντας τις Τέχνες, οι δημιουργοί δημιουργούν τον κόσμο και οι πολιτικοί τον διαχειρίζονται.

Οι δημιουργοί που δημιουργούν τον κόσμο, σημαίνει ότι τον ποιούν. Το αύριο είναι δηλαδή έργο των ποιητών, όχι των πολιτικών.

Οι σημερινοί πολιτικοί διαχειρίζονται τον κόσμο που ποίησαν οι ποιητές του 20ου αιώνα. Στον 21ο αιώνα οι ποιητές ποιούν τον κόσμο που οι πολιτικοί θα διαχειριστούν στον 22ο.

Οι ποιητές δεν δρουν με τον πολιτικό λόγο τους αλλά με το ποιητικό έργο τους. Ούτε χρειάζεται να παράγουν αριστουργήματα για να είναι άξιοι.

Τ’ ανώτερα πνεύματα δεν ήρθαν στη γη για να κυβερνήσουν τον κόσμο, αλλά για να διδάξουν τους ανθρώπους πώς να κυβερνηθούν μοναχοί τους.

Στην Άμεση Δημοκρατία όλοι χωράνε, οι καλλίφωνοι και οι φάλτσοι. Όπως οι χωρικοί τραγουδούσαν παλιά το δημοτικό τραγούδι στους γάμους, όπως ο λαός χορεύει ακόμα το τσάμικο στις γιορτές: Ο κορυφαίος γίνεται έσχατος και ο έσχατος πρώτος.

Αυτή ακριβώς είναι η ουσία της Άμεσης Δημοκρατίας αποτυπωμένη στο δημοτικό τραγούδι, στον λαϊκό χορό: Να μπορεί να γίνει κορυφαίος ο καθένας, ν’ αναλαμβάνει πολιτικό αξίωμα κάθε πολίτης, είτε είναι ανώτερος, είτε κατώτερος.

Θ’ αλλάξουν οι καιροί. Όταν συγκινηθούν οι άνθρωποι από την αληθινή Ελευθερία, την Ελευθερία του Λόγου, την Ελευθερία της Συνείδησης, θ’ αλλάξουν.

Τώρα οι άνθρωποι είναι δούλοι. Και υπόδουλοι. Η ψήφος στις εκλογές είναι άυλο νόμισμα εμπορικής συναλλαγής μεταξύ πολιτών και πολιτικών. Είναι η βάση της διαφθοράς.

Αυτό θ’ αλλάξει.

Αλλά δε μπορεί ν’ αλλάξει με νομοθέτηση της ηθικής. Θ’ αλλάξει με αλλαγή του πολιτεύματος.

Η Άμεση Δημοκρατία μπορεί να υλοποιηθεί εκατό χρόνια μετά, μπορεί να μην υλοποιηθεί ποτέ. Δεν ξέρω…

Μπορεί επίσης, μετά από χίλια χρόνια, να επιστρέψει η μυθική βασιλεία των παραμυθιών, σύμφωνα με την οποία η βασιλοπούλα δεν εξαιρείται από την κλήρωση των παρθένων του λαού που απαιτεί ο δράκοντας κάθε χρόνο για να πίνουν οι άνθρωποι νερό. Δεν ξέρω.

Αλλά ξέρω ότι τον επόμενο καιρό θα γίνει η ανατροπή της εξουσίας που ασκούν στον πλανήτη οι ξενιστές, θα γίνει, όταν η επιστήμη θα διαπιστώσει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι δεν είμαστε μόνοι στους γαλαξίες.

Αυτό θα ξεκλειδώσει τα μυαλά. Η κλεψύδρα του Χρόνου θα γυρίσει ανάποδα. Οι άνθρωποι θα σκεφτούν αλλιώς, θα δουν καθαρά όσα ήταν μπροστά τους, αλλά δεν τα είδαν ποτέ. Θα βλέπουν με το νου, όχι με τα μάτια.

Τότε οι άνθρωποι θ’ αρχίσουν να θυμούνται πάλι τη φύση των πραγμάτων. Και των όντων.

Τα χρόνια που έρχονται θα βιώσουμε τη μεγαλύτερη μετακίνηση πληθυσμών της Ιστορίας.

Η Ευρώπη είναι μια υπερφορτωμένη σιδερένια βάρκα στη Μεσόγειο, έτοιμη να βουλιάξει.

Ξεκινώντας από τον 15ο αιώνα, επί έξι αιώνες, η Ευρώπη αποίκισε την Αμερική. Ξεκινώντας από τον 21ο αιώνα, τους επόμενους τρεις αιώνες, στο μισό του χρόνου, θ’ αποικηθεί η ίδια από την Ασία και την Αφρική. Έτσι πάει.

Πριν όμως βουλιάξει η βάρκα της Ευρώπης στη Μεσόγειο, θα χρειαστεί να ενσωματώσουμε στη λογική μας την λογική της Τεχνητής Νοημοσύνης.

Άγνωστο αυτή την ώρα τι σημαίνει αυτό. Αλλά και τα δύο αυτά καιρικά φαινόμενα έχουν την ισχύ μιας πυρηνικής έκρηξης. Θα προκαλέσουν ολική ανατροπή της ζωής όπως την ξέρουμε.

Με αυτά κατά νου, θα θυμηθούμε ότι στο επιτάφιο χάραγμα που ο ίδιος ο Αισχύλος έγραψε για τον εαυτό του, δεν αναφέρει την ιδιότητα του ποιητή, αλλά την ιδιότητα του πολίτη που πολέμησε στον Μαραθώνα με ανδρεία. Ο μέγας Αισχύλος ήθελε να πει ότι ο ποιητής είναι πάνω απ’ όλα πολίτης.

Ο Γιάννης Υφαντής γράφει στο “Ιδεόγραμμα του φιδιού” τα παρακάτω λόγια για την Αθηναϊκή Δημοκρατία που ο Αισχύλος βάζει πάνω από την ποίησή του:

“Κυβερνά ο δήμος, δηλαδή όλοι οι δημότες, με κλήρο, αλλάζοντας κάθε εξάμηνο. Σε μια τέτοια πολιτεία ο ποιητής λειτουργεί όχι μόνο βρίσκοντας τις κατάλληλες συνθήκες να ζήσει και να γράψει, αλλά και τις κατάλληλες συνθήκες να γνωρίσουν όλοι οι πολίτες, μηδενός εξαιρουμένου, αυτό που έγραψε ο συμπολίτης τους και συν-κυβερνήτης τους ποιητής. Γνωρίζει ότι δεν αρκεί το ταλέντο, αλλά χρειάζεται και το πεδίο δράσεως του ταλέντου. Γνωρίζει ότι το να πολεμήσει εναντίον αυτού που καταλύει την ελευθερία και την δημοκρατία, πολεμά για την ύπαρξη του πολίτη και συνάμα για την ύπαρξη του ποιητή. Κάτω από το ζυγό των βαρβάρων δεν θα μπορούσε να υπάρξει ούτε ως πολίτης ούτε ως ποιητής. Όπως βεβαίως δεν μπορεί να υπάρξει κανείς πράγματι ως πολίτης και ως ποιητής, στη σημερινή, «αντιπροσωπευτική, κοινοβουλευτική δημοκρατία», που είναι φανερότατα, μια μεγάλη απάτη, κι ένα είδος, διακυβέρνησης από μια ξενόδουλη και σχεδόν πάντα κληρονομική πλουτοκρατική ολιγαρχία”.

Έχω ένα χρέος να τα πω αυτά τώρα, διότι ολόκληρη ζωή έψαχνες, σύντροφε, να βρεις ποιο είναι τ’ αφεντικό μου. Ερμήνευες τα γραπτά μου μέσω της ετικέτας που εσύ, βιαίως, κολλούσες στο μέτωπό μου.

Δεν είχα λόγο ν’ απολογηθώ, αλλά τώρα που η Ιστορία γύρισε τη σελίδα της κατακρημνίζοντας την απεχθή Συριζαϊκή κορύφωση της μεταπολίτευσης, βλέπω τη νέα γενιά να παίρνει από τον Καιρό τη σκυτάλη, κρατά ήδη τα ηνία, χωρίς να τα θέλει, χωρίς να ξέρει τι να τα κάνει…

Δεν τα πήρε με τους καλύτερους όρους.

Οφείλουμε λοιπόν να πούμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, όλοι, ανάμεσά τους κι εγώ, μετά από επτά δεκαετίες ζωής σ’ αυτόν τον πλανήτη οφείλω επιτέλους να συστηθώ:

Είμαι ο γιος των περιβολιών, ο ποιητής της Μυρτιάς και της Τριχωνίδας, παιδί της Αιτωλίας, λάτρης του μινιμαλισμού των πραγμάτων, ισόβια πολέμιος του μαξιμαλισμού. Γράφω ποιήματα και παραμύθια για λόγους αυτοΐασης και χρονογραφήματα για λόγους επιβίωσης, φωνή όλων όμως είναι το κελάρυσμα των ρεμάτων της Μυρτιάς και ο φλοίσβος της Τριχωνίδας.

“Δεν τα βρήκα” ποτέ με Εκδοτικό Οίκο. Δεν έχω καν οίκο. Πορεύτηκα στη ζωή άστεγος και πένης. Δεν εντάχθηκα στην πυραμίδα. Δεν αγόρασα ποτέ αυτοκίνητο. Έμεινα πιστός στον νεανικό ακτιβισμό μου κατά των ορυκτών καυσίμων. Ήταν ζήτημα αρχής.

Αυτά που ξέρετε, έκαμε η γενιά μου. Κι αυτά που δεν ξέρετε, έκαμα εγώ.

Αλλά… “τώρα να δούμε εσείς τι θα κάνετε”, όπως είπε η Κατερίνα Γώγου σ’ εμάς.

Έλα τώρα σύντροφε να μιλήσουμε για το τι είναι αριστερά σήμερα, 26 Ιουνίου 2023.

Έλα να μου πεις τι σημαίνει επαναστάτης και τι αριστερός, αντιεξουσιαστής ή αντάρτης.

Γιατί αν δεν έφτασε η επίκληση του Άρη Αλεξάνδρου που έκαμα παραπάνω, θα επικαλεστώ επιπροσθέτως τον αγαπημένο μου Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα που είπε: “Εγώ ποτέ δεν θα γίνω πολιτικός. Είμαι επαναστάτης, γιατί δεν υπάρχει αληθινός ποιητής που να μην είναι επαναστάτης”.

Έλα λοιπόν σύντροφε, πενήντα χρόνια μετά από τότε που οργάνωσα την πρώτη μεγάλη απεργία της μεταπολίτευσης στην Perfil, να μου πεις ότι η επανάσταση θα γίνει εδώ, στην Ελλάδα, και θα φωτίσουμε την Ευρώπη εμείς, αν ρίξουμε την νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση στις επόμενες εκλογές!

Έλα να μου πεις ότι το επιχειρείν ευθύνεται για τα δεινά της Ελλάδας και του κόσμου, άρα η κρατικοποίηση των Μέσων Παραγωγής, δηλαδή των επιχειρήσεων, θα καταργήσει την εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο.

Έλα να μου πεις ότι, αν ξηλώσουμε τον καπιταλισμό με Δημοκρατικές εκλογές ή με μολότοφ, θα ελευθερωθεί ο άνθρωπος από την αιώνια δουλεία του στον Θεό ή στον Διάβολο.

Έλα να μου πεις ότι θα φτιάξουμε τον κόσμο αν σηκωθούμε από τον καναπέ και βγούμε στους δρόμους.

Έλα ρε να πούμε τι είναι Ρωμιός και τι Έλληνας…

Αν έρθεις, θα μιλήσεις με κάποιον που αντιστέκεται στον ρατσισμό των νέων κατά των γέρων.

Αν έρθεις, θα μιλήσεις με κάποιον που βγήκε από την δημοσιογραφία, με τα ίδια μηδενικά υπάρχοντα που είχε όταν μπήκε.

Αν έχεις κι εσύ τα ίδια μηδενικά υπάρχοντα από τη δική σου εργασία, όποια είναι, θα μιλήσουμε σαν παλιόφιλοι, όχι γιατί θα είμαστε και οι δύο φτωχοί (δεν είναι αυτό το κριτήριο) αλλά γιατί μόνο αν σε λεηλάτησε το σύστημα, μπορείς να καταλάβεις το άγραφο ποίημα ενός ισόβια εξόριστου στην διαχρονική Γυάρο.

Θα ξεκινήσουμε την κουβέντα μας, σύντροφε, από την πουλημένη δημοσιογραφία, τον θεμέλιο λίθο της Δημοκρατίας.

Αυτή δεν έλεγες ότι φταίει για τα δεινά;

Ναι.

Θα ξεκινήσουμε λοιπόν από τα βασικά: Ότι ο θεσμικός ρόλος του δημοσιογράφου δεν είναι ν’ ασκεί αντιπολίτευση μόνο στο κόμμα που κυβερνά, είναι ν’ ασκεί αντιπολίτευση σε ΟΛΑ τα κόμματα της Βουλής, δεξιά και αριστερά.

Ναι, πρέπει να υπάρχουν πολλές εφημερίδες διαφορετικών ιδιοκτησιών (λαϊκών ιδιοκτησιών, όπως γράφηκε παραπάνω) γιατί η αποκάλυψη της αλήθειας εξασφαλίζεται από τον ανταγωνισμό, δεν εξασφαλίζεται νερόβραστα, ούτε ηθικά.

Έτσι εξουδετερώνεται η αναμφίβολη σήμερα χειραγώγηση του λαού από τα κέντρα των πολιτικών αποφάσεων και τ’ άλλα συμφέροντα.

Επιπλέον, ο έλεγχος της εξουσίας δεν είναι έργο των κομμάτων της αντιπολίτευσης, αλλά του Έντυπου Τύπου. Μόνο αυτός στηρίζεται στον οβολό του αναγνώστη, είναι δηλαδή γνήσια λαϊκός Τύπος.

Ο Έντυπος Τύπος φθίνει. Βρίσκεται κοντά στην εξαφάνισή του. Θα σωθεί με δύο μέτρα:

α΄). Η ιδιοκτησία των εφημερίδων πρέπει να περάσει επειγόντως στο λαό, μέσω Ανωνύμων Μετοχικών Εταιρειών Λαϊκής Βάσης.

β΄). Πρέπει να καταργηθούν διά νόμου οι κρατικές διαφημίσεις. Μόνο έτσι θα βρει τη χαμένη της τιμή η δημοσιογραφία.

Η αντίσταση στη μονοπώληση της ενημέρωσης είναι η μεγαλύτερη και σημαντικότερη διαδήλωση κατά της εξουσίας.

Ο αφορισμός των δημοσιογράφων που έγινε αναμάσημα του Συριζαϊσμού, δεν διαφέρει από την καταδίκη των αντιφρονούντων στα κάτεργα της Σιβηρίας.

Ο ιστορικός ρόλος του δημοσιογράφου είναι ίδιος με τον ρόλο του ποιητή, αν και τα εργαλεία τους διαφέρουν. Ο δημοσιογράφος και ο ποιητής εκπροσωπούν το λαό απέναντι στην ανάλγητη κυβέρνηση, απέναντι στην άσοφη αντιπολίτευση, απέναντι στην δεσποτική Εκκλησία, απέναντι στην κυβερνώσα και τη ΜΗ κυβερνώσα εξουσία.

Ποιος είναι αληθινά δημοσιογράφος και ποιος είναι αληθινά ποιητής, με τόσους σφετερισμούς ιδιοτήτων στον καιρό μας, δεν είναι ξεκάθαρο, πράγματι. Ένα κοινό γνώρισμα όμως και των δύο, είναι μετρήσιμο: Η ανυπόταχτη ζωή τους, το βαρύ τίμημα που πλήρωσαν γι’ αυτήν.

Εγώ που σου μιλώ, έδωσα μία μάχη και την έχασα: Ο δημοσιογραφικός μινιμαλισμός μου να εργαστώ σε μια επαρχιακή πόλη, το Αγρίνιο, ηττήθηκε. Δεν ηττήθηκε από την καταραμένη δεξιά, ηττήθηκε από την ευλογημένη αριστερά, αυτή στάθηκε εχθρικά απέναντί μου. Η αριστερά σε όλες τις εκδοχές της, μηδέ εξαιρουμένης της κεντροαριστεράς.

Η ασυγχώρητη δημοσιογραφική πράξη μου ήταν ότι δεν ευθυγραμμίστηκα ποτέ με τη “γραμμή” της.

Ανήκω λοιπόν στους ηττημένους. Η επιβίωση που κέρδισα με τον αγώνα της οικογένειάς μου, δεν είναι νίκη.

Δε μου έμεινε άλλο από το να χορεύω πού και πού τη βαριά μου ζεμπεκιά.

Λοιπόν, ποιητές δεν είναι όσοι γράφουν ποιήματα, ούτ’ εκείνοι που εκδίδουν ποιητικές Συλλογές. Ποιητές είναι όσοι ποιούν. Οι δημιουργοί.

Η ΑΜΕΣΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Η Άμεση Δημοκρατία δεν είναι σύστημα, ούτε αποτελεί ιδεολογία ενός κόμματος που επιδιώκει την εξουσία. Είν’ ένας τρόπος σκέψης, μία αισθητική, μία αίσθηση, είναι η ποιητική στάση ζωής, είναι η ιδέα που στοιχειοθετεί δικαίωμα να μιλάς εναντίον όλων των κομμάτων, χωρίς ν’ ανήκεις σε κανένα από αυτά.

Συνοπτικά:

Στην μεγάλη κληρωτίδα μπαίνει το όνομα κάθε πολίτη, ηλικίας άνω των τριάντα ετών, ύστερα από αίτησή του.

Από κάθε Δήμο κληρώνεται ένας δημότης που ανακηρύσσεται βουλευτής. Αν αποδεχτεί την κλήρωση, αναστέλλει την επαγγελματική του ιδιότητα.

Οι βουλευτές των 332 Δήμων της χώρας συγκροτούν Βουλή μονοετούς θητείας.

Η Βουλή εκλέγει τον πρόεδρο της Δημοκρατίας πενταετούς θητείας και τον πρωθυπουργό ετήσιας θητείας, διορίζει το Υπουργικό Συμβούλιο, κατά προτίμηση Τεχνοκρατικό.

Για να συσσωρεύεται και ν’ αξιοποιείται η πολιτική πείρα που παράγεται, θεσπίζεται η Γερουσία, με ανώτερο αριθμό 332 Γερουσιαστών, ισόβια μέλη της οποίας θα είναι κατά παλαιότητα οι πρώην πρωθυπουργοί και οι πρώην Υπουργοί, ακόμα και των (τέως) αιρετών κυβερνήσεων.

Η έμπειρη Γερουσία είναι συμβουλευτικό όργανο της άπειρης κάθε φορά Βουλής. Εκφράζεται μέσω εκθέσεων. Είναι η επίσημη δεξαμενή πολιτικής σκέψης (Think Tank) της χώρας.

Ανάλογα εκλέγεται και ο Δήμαρχος: Από κάθε Κοινότητα του Δήμου κληρώνεται ένας δημότης που ανακηρύσσεται Δημοτικός Σύμβουλος.

Οι Σύμβουλοι (εκπρόσωποι) των Κοινοτήτων του Δήμου συγκροτούν Δημοτικό Συμβούλιο μονοετούς θητείας.

Το Συμβούλιο εκλέγει τον Δήμαρχο και τους Αντιδημάρχους.

Για να μη χάνεται η Δημοτική πείρα θεσπίζεται η Δημοτική Γερουσία, μέλη της οποίας θα είναι όλοι οι πρώην Δήμαρχοι και οι Αντιδήμαρχοι.

Η Δημοτική Γερουσία θα είναι συμβουλευτικό όργανο (η δεξαμενή πολιτικής σκέψης) του άπειρου κάθε φορά Δημοτικού Συμβουλίου.

Ίδια διαδικασία ισχύει και για τις Περιφέρειες.

Οι πολιτικοί δεν είναι επαγγελματίες, αλλά περιστασιακοί πολιτικοί προϊστάμενοι των Δημοσίων Υπηρεσιών, οι οποίες στελεχώνονται αξιοκρατικά, με ειδικούς, με τα ίδια αξιοκρατικά κριτήρια που οι Ανώνυμες εταιρείες στελεχώνουν τα Τμήματά τους.

Από την κληρωτίδα εξαιρούνται βεβαίως εκείνοι που ήδη αποκλείει ο Νόμος, αλλά και όσοι δεν θέλουν ή – για διάφορους λόγους – δε μπορούν ν’ αναλάβουν δημόσιο αξίωμα.

Με όνειρα χτίζεται ο κόσμος. Όχι με αίμα.

ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ

Όταν γίνει, όποτε γίνει η Άμεση Δημοκρατία, θα ξηλωθεί αυτόματα η διαφθορά και η διαπλοκή της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας που μας ταλανίζει.

Από τη βάση ως την κορυφή της η Δημόσια Διοίκηση, σε κάθε Τομέα της, θα στελεχώνεται από στελέχη με ειδικευμένες επιστημονικές γνώσεις, θα προσλαμβάνονται δε αξιοκρατικά και δεν θ’ αλλάζουν, ούτε θα μετατίθενται, όταν θ’ αλλάζει η κυβέρνηση.

Έτσι θα εξαλειφτεί οριστικά το καταραμένο ρουσφέτι. Η Δημόσια Διοίκηση δε μπορεί να είναι λάφυρο των κομμάτων εξουσίας.

Πολιτικά κόμματα και Εκκλησία θα διαχωριστούν από το κράτος.

Ιερός Ναός κάθε πόλης είναι το θέατρο, με πρότυπο το θέατρο της Επιδαύρου. Χώρος για θεατρικές παραστάσεις, αλλά κυρίως χώρος για λαϊκές συνελεύσεις, όπου ο λαός θ’ αποφασίζει άμεσα για τα κοινά.

Δήλωση συμμετοχής στο Ποιητικό Κίνημα γίνεται με ένα σήμα: Το γράμμα Π μέσα σε πλήρη κύκλο. Π είναι το πρώτο γράμμα της λέξης “Ποίηση” που σημαίνει Δημιουργία.

Το σήμα μπαίνει εθελούσια δίπλα στην υπογραφή του συγγραφέα στο βιβλίο ή στην υπογραφή του ζωγράφου στον πίνακα, όπου αλλού είναι δυνατό.

Κι όσοι δεν εκδίδουν βιβλία μπορούν να τ’ αγοράζουν και να τα διαβάζουν. Ποιητής δεν είναι ο συγγραφέας μόνο, αλλά κι ο αναγνώστης.

Το υπαρκτό πια κόμμα των ποιητών έχει μέλη, αλλά δεν έχει διοικητικά όργανα, ούτε ηγεσία. Είναι η αύρα, ένα ρεύμα, έν’ αεράκι που κατεβαίνει απ’ τα βουνά φορτωμένο μυρουδιές από ρίγανη κι άγρια μέντα.

Η διάδοσή του στον λαό δεν θέλει καμία προσπάθεια, κανέναν αγώνα. Φτάνει οι εμπνευσμένοι από αυτό να κουβαλούν όπου πάνε την ιδέα της Άμεσης Δημοκρατίας, να το διαλαλούν οι καλλιτέχνες όταν δίνουν συνέντευξη στους δημοσιογράφους.

Φτάνει να γίνει τραγούδι.

Το απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική καταργήθηκε, όταν η επανάσταση εναντίον του έγινε χαμηλόφωνο συγκινητικό τραγούδι στις φτωχογειτονιές των μαύρων.

Όσοι νομίζουν ότι η κατάργηση της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας είναι ανέφικτη, ας θυμηθούν την κατάργηση του απαρτχάιντ. Έτσι έλεγαν και για κείνο!

Θα ρθει καιρός που η ιδέα για την Άμεση Δημοκρατία θα γίνει συνείδηση του λαού.

Όσοι νομίζουν ότι με τους κληρωτούς βουλευτές θα πέσει το επίπεδο της Βουλής, ας δουν έναν προς έναν τους αιρετούς βουλευτές της περιόδου 2012 – 2023. Ποιος άραγε απ’ αυτούς ήξερε περισσότερα ή ήταν πιο άξιος από τον περιπτερά της γειτονιάς;

Τι θα έχανε τάχα η χώρα, αν στη θέση των ανεπάγγελτων αυτών κυρίων και κυριών ο λαός – με κλήρωση – έβαζε πολίτες του μόχθου;

Τι θα έχανε άραγε ο λαός αν στη θέση εκείνων που τηρούσαν τυφλά τη γραμμή του κόμματος στη Βουλή, έβαζε – με κλήρωση – ελεύθερους ανθρώπους να ψηφίζουν τους νόμους κατά συνείδηση;

Πρώτιστη αξία των μελών του Ποιητικού Κινήματος είναι η ευλάβεια στην Ελληνική γλώσσα, όπως την γνωρίζουμε από τότε που οι θεοί την χάρισαν στους ανθρώπους.

Η γλώσσα μας συνιστά ύψιστη αρετή του Ελληνικού λαού.

Μέλη του υπαρκτού πια Ποιητικού Κόμματος είναι οι δημοσιογράφοι του Έντυπου Τύπου, οι ποιητές και οι συγγραφείς που κρατούν μόνιμες στήλες στις Τοπικές εφημερίδες για να μείνει όρθιος ο λόγος, ο έμψυχος λόγος. Που απειλείται από την εικόνα, τον εικονικό κόσμο, τον άψυχο κόσμο.

Το υπαρκτό Ποιητικό Κόμμα δεν θεμελιώνεται εξουσιαστικά πάνω στο ρόλο του κομματικού μέλους ή του κομματικού αξιωματούχου. Θεμελιώνεται αναρχικά πάνω στην ισχύ του ορθού λόγου που εκφέρει δημόσια ο ποιητής, ο συγγραφέας, ο καλλιτέχνης, ο δημιουργός θεός που συμμετέχει στα κοινά και συγκινεί το λαό, δονεί αφυπνιστικά τις καρδιές των πολιτών.

Ακόμα και αν η Άμεση Δημοκρατία δε γίνει ποτέ, φτάνει που θα είναι πηγή έμπνευσης των συγγραφέων, το εργαλείο σκέψης που χρειάζονται οι δημοσιογράφοι στην κριτική που, εξ ορισμού, ασκούν στην εξουσία.

Όταν όμως η ιδέα της γίνει μόδα στο λαό, σημείο αναφοράς των διανοουμένων, αντίληψη των στοχαστών, στάση ζωής των ανθρώπων, τα ρυάκια θα γίνουν ποτάμι. ο Συλλογικός Εαυτός θ’ αποκτήσει τον γενέθλιο μύθο του.

Ο λαός δε μπορεί να περιμένει τον εκλεκτό, ούτε τον χαρισματικό αρχηγό του κόμματος για να τον σώσει. Ο λαός θα σωθεί, αν, με τη σκέψη του και την πράξη του, επιβάλλει στον δημόσιο βίο τις μέγιστες πολιτικές αρχές και τις ύψιστες συλλογικές αξίες.

Δεν έχει σημασία πόσοι και ποιοι απορρίπτουν την ιδέα της Άμεσης Δημοκρατίας. Σημασία έχει πόσοι και ποιοι θα συγκινηθούν πότε από αυτήν.

Θα ρθει καιρός που οι πολίτες θα μιλήσουν πλειοψηφικά για την Άμεση Δημοκρατία όπως μιλούν τώρα για το ψωμί και το νερό. Μια πλειοψηφία που θ’ αντιστοιχεί στα δύο τρίτα της αστικής Βουλής.

Η δύναμη του υπαρκτού ποιητικού κόμματος θα γίνει εκλογικά μετρήσιμη, όταν οι πολίτες θα συζητούν την ιδέα στα καφενεία, όταν η Άμεση Δημοκρατία γίνει λαϊκός πόθος.

Τότε θα γίνουν όλα τα καλά μόνα τους, θα έρθουν τα ωραία στη ζωή των ανθρώπων με την ίδια λάμψη που βγαίνει ο ήλιος το πρωί στα βουνά.

“Θα έρθει ο καιρός που θα υπάρξει και πάλι ποίηση αληθινή. Κι αυτή θα είναι κατά βάθος ποίηση Ελληνική. Οι ποιητές αυτοί θα υπάρξουν. Την εποχή που ο ποιητής θα γίνει πάλι πολίτης”. Είπε ο Ρεμπό.

Η νέα ποίηση φεύγει από τα σαλόνια, βγαίνει από την αίθουσα δεξιώσεων και κλείνει την πόρτα πίσω της.

Θα ολοκληρώσουμε την φιλική κουβέντα μας, σύντροφε, αν ή όταν συμφωνήσουμε στην βασική επαναστατική αρχή ότι, πρώτον, ο ορθός λόγος δεν στεγάζεται σε κανένα κόμμα, και, δεύτερον, καμία κοινωνική τάξη δεν πρόκειται ν’ αλλάξει με εκλογικό ή συνδικαλιστικό αγώνα τον κόσμο. Αλλά ο κόσμος θ’ αλλάξει μοναχός του, όταν μία προς μία οι σταγόνες της βροχής γίνουν πλημμύρα και τον σαρώσουν.

Δευτέρα, 26 Ιουνίου 2023

Γράψε ένα σχόλιο...

Scroll to Top