Zephy Ross: “Οι νεράιδες του δρόμου”

Όταν ήταν παιδί, άκουγε από τη γιαγιά του ιστορίες για νεράιδες και δαίμονες που ζούσαν κάτω, στο ρέμα του χωριού και τους ήξεραν οι χωριανοί, κάποιοι έλεγαν ότι μιλούσαν κιόλας μαζί τους.

Όταν μεγάλωσε, το ρέμα στέρεψε, δεν είχε πια νερό.

Μια μέρα ρώτησε τη γιαγιά του:

“Πού πήγαν οι νεράιδες και οι δαίμονες τώρα που στέρεψε το ρέμα;”.

Κι εκείνη απάντησε:

“Ήρθαν εδώ, είναι ανάμεσά μας”.

Έκτοτε ο Zephy Ross, ο Ζέφυρος, λέει τις δικές του ιστορίες για τις νεράιδες και τους δαίμονες που άκουγε παιδί από τη γιαγιά του. Το κάνει στα μυθιστορήματά του (“η νύχτα και ο κεραυνός”, “το πλάσμα με τις δύο σκιές”, στην σειρά επικής φαντασίας “ο κόσμος του έλικα”) το έκαμε και με την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του υπό τον τίτλο “οι νεράιδες του δρόμου”.

Γιατί οι γιαγιάδες έχουν τη δύναμη ν’ αλλάζουν τον κόσμο χωρίς να το καταλαβαίνει κανείς. Όπως οι νεράιδες. Το έχουν κάνει πολλές φορές. Ξέρουμε ότι το έκαμε η γιαγιά του Μαξίμ Γκόρκι, το έκαμε η γιαγιά του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν.

Αλλάζοντας έναν Μαξίμ, αλλάζονταν έναν Χανς, αλλάζοντας έναν Ζέφυρο, αλλάζεις τον κόσμο. Χωρίς λάβαρα. Χωρίς άλωση της εξουσίας.

Είναι δυνατόν να μην το έκαμε αυτό και η γιαγιά του Αισώπου; Αποκλείεται.

Η γιαγιά του Ζέφυρου είναι πάντα στο πλάι του. Όχι πλέον για να του λέει αυτή γλυκές ιστορίες, αλλά για ν’ ακούει η ίδια τις δικές του.

Ή… να τις βλέπει στο σινεμά!

Η ταινία του Zephy Ross ξεκίνησε το ταξίδι της από το Αγρίνιο για την Ελλάδα, για την Ευρώπη, για τον κόσμο, και ποιος ξέρει πού, πότε θα βρει την Ιθάκη της. Αν και, τελικά, δεν είναι η Ιθάκη το θέμα, αλλά το ταξίδι γι’ αυτήν.

Οι θεάσεις της ταινίας – οι αναγνώσεις, ας πούμε, οι ερμηνείες της – είναι σκόπιμα πολλές και είναι ακριβώς όπως ταιριάζει στα έργα Τέχνης, όσα τουλάχιστο μιλούν στο άτομο και όχι στη μάζα, ικανοποιούν δηλαδή τη μοναδικότητα και όχι την αγελαία ιδιότητα του homo mazikus. Έτσι ο κάθε αναγνώστης του παραμυθιού, όπως και ο κάθε θεατής της ταινίας, μπορεί να χαίρεται την δική του θέαση, τη δική του ανάγνωση.

Αυτή είναι η θεία λειτουργία της Τέχνης.

Έτσι τουλάχιστον ένιωσε ο γράφων βλέποντας τις “νεράιδες του δρόμου σε μια αποκλειστική προβολή για το pantoleon.gr. Και θα καταθέσω εδώ τη δική μου ματιά, αφήνοντας βεβαίως ελεύθερες όλες τις άλλες ματιές να πουν ωραία κι ωραιότερα όσα θέλουν να είναι ή να μην είναι.

Είδα να προσωποποιούνται οι παραισθήσεις της ηρωίδας, η οποία – μετά από μια κλήση στο κινητό της χαμένης επί δέκα χρόνια μαμάς – αφήνει στα κρύα του λουτρού το αγόρι της, το ταξινομεί σε δεύτερη μοίρα, αυτό και τη μπάντα τους, γιατί πάνω απ’ όλα είναι το κάλεσμα να σπεύσει στη γιαγιά, που μπορεί και να μην υπάρχει, αλλά είναι σα να υπάρχει, μπορεί και να είναι απλά η ανάμνηση μιας κλήσης που έγινε κάποτε, αλλά δεν ανταποκρίθηκε τότε κι ανταποκρίνεται με χρονοκαθυστέρηση τώρα. Φτάνει δηλαδή που είναι ζωντανή στο μυαλό. Από μόνο του αυτό, αξίζει να τα παρατήσεις όλα, να τρέξεις.

Με τη μία ή την άλλη πραγματικότητα να μάχονται αβέβαια στο φαντασιακό πεδίο, διχάζεται η ανάμνηση, μία εμφανίζεται με το πρόσωπο της χαμένης, αλλά πάντα οικείας μαμάς, μία με το πρόσωπο της άγνωστης αλλά πάντα σοφής νεράιδας. Αλλά και οι δύο εκδοχές της διπολικής ανάμνησης οδηγούνται στο ίδιο αδιέξοδο.

Οι δαίμονες και οι νεράιδες από το ρέμα των παιδικών χρόνων που, πια, δεν έχει νερό και διψά η ζωή μας, είναι τώρα γύρω μας, μέσα μας, σμίγουν σ’ έναν χορό οι ζωές και οι χρόνοι τους, το πραγματικό παρελθόν και το φαντασιακό μέλλον συμπτύσσονται ονειρικά σε ένα ποιητικό παρόν, άναρχο, αναρχικό, ατίθασο, τελικά όμως χαμένο.

Η ταινία του Ζέφυρου είναι ένα κινηματογραφικό ποίημα, ένα Αγρινιώτικο ποίημα που άνοιξε τα φτερά του για να πετάξει μακριά, όπου το καλέσουν στον κόσμο.

Δύσκολο να πεις πώς κατάφερε αυτός ο νεαρός να θυμίσει άλλες φορές τον Αγγελόπουλο και άλλες φορές τον Ταρκόφσκι. Ακόμα δυσκολότερο να πεις πώς κατάφερε αυτό το παιδί ν’ αποσπάσει τέτοιες ερμηνείες από ευάλωτες υπάρξεις που κλήθηκαν να υποδυθούν εκτάκτως όχι μόνο τον ρόλο μιας ηρωίδας ή ενός ήρωα, αλλά τον ίδιο το ρόλο του ηθοποιού που καλείται να υποδυθεί κάποιο ρόλο. Διπλή αποστολή, άρα επίτευγμα.

Έλειψαν μόνο κάποια μικρά πέτρινα “γεφύρια” στην χειροποίητη αφήγηση πάνω από το κελαρυστό νερό του ρυακιού, λίγες λέξεις όλες κι όλες, η απουσία των οποίων έφερε κάποιο αβέβαιο μάλλον άλμα της αίσθησης, οπότε διαταράχτηκε δύο ή τρεις φορές η φυσικότητα του διαλόγου.

Σκηνοθεσία, σενάριο, DoP, Zephy Ross. Παίζουν οι ηθοποιοί: Μαριάμ Μουχάνη, Γεωργία Καποπούλου, Σταυρίνα Βασιλοπούλου, Zephy Ross, Στάλω Νικολάου, Κωνσταντίνος Σαμψών. Διεύθυνση παραγωγής, camera, Γιώργος Λουριδάς, Βοηθός Φωτογραφίας, camera Bill Matters, Βοηθός σετ, ήχου / φωτισμού Χρύσα Ξανθοπούλου. Ηχοληψία Κωνσταντίνος Σαμψών.

Γράψε ένα σχόλιο...

Scroll to Top