Το αυτονόητο

“Ας κάτσουμε λίγο εδώ’, είπε ο Ιάσων.

Κάθισαν σε μία πέτρα ο ένας και σε μια κοντινή ο άλλος.

Απ’ αυτό το σημείο του μονοπατιού έβλεπαν σχεδόν όλο τον κάμπο και το μεγαλύτερο μέρος της λίμνης με τα πάλλευκα σύννεφα στον ουρανό.

“Τι έχεις”;

“Έναν πόνο στο στήθος”, απάντησε ο Μυρτιδαίος.

“Τώρα εμφανίστηκε”;

“Όχι. Εδώ και μέρες. Κατέληξα στον γιατρό”…

Περίμενε ν’ ακούσει τι είπε ο γιατρός. Κι ο Μυρτιδαίος συνέχισε:

“Άγχος”.

“Άγχος, ε”;

“Ναι. Αυτό διέγνωσε ο γιατρός. Η αλήθεια είναι ότι δε μπορώ να κοιμηθώ πια. Πετάγομαι απ’ το κρεβάτι. Κάθομαι ώρες στο μπαλκόνι μήπως νυστάξω, αλλά τίποτα”…

“Γιατί έχεις άγχος;”.

“Ε, να… δε βλέπεις; Το κακό γύρω μας μεγαλώνει”…

Γέλασε ο Ιάσων:

“Δηλαδή… αγχώνεσαι για τον κόσμο γύρω κι όχι για σένα μέσα σου”;

“Αγχώνομαι και για τα δύο”.

“Θέλεις να πεις την αλήθεια, λες όμως τη μισή. Αυτό που λες είναι κατά το ήμισυ ψέμα. Εγώ λέω ότι το άγχος σου οφείλεται μόνο στο ένα, όχι και στα δύο”.

“Ποια είναι η αλήθεια, δάσκαλε;”, ρώτησε κάπως προσβεβλημένος ο Μυρτιδαίος.

“Η αλήθεια είναι πως, αν ένιωθες καλά και είχες λυμένα όλα σου τα προβλήματα, όπως οι βολεμένοι, δεν θα αγχωνόσουν καθόλου για τον κόσμο γύρω που καίγεται. Θα χόρευες και θα γελούσες”.

Ο Μυρτιδαίος συγκράτησε έναν μικρό θυμό που έβγαινε στο μάτι του και στη φωνή του, αλλά ο Ιάσων ήταν πάντα ευθύβολος, “δε μάσαγε τα λόγια του”:

“Φαντάσου να μην είχε κανένα πρόβλημα η επιχείρησή σου. Φαντάσου να μην είχε κανένα πρόβλημα η οικογένειά σου. Φαντάσου να είχες ένα καλό εισόδημα που θα σου επέτρεπε να πληρώνεις όλες σου τις υποχρεώσεις στην ώρα τους, να κάνεις και τις άνετες διακοπές σου στη θάλασσα το καλοκαίρι… Θα είχες άγχος τότε”;

“Ε… Όχι”.

“Από την απάντησή σου αυτή μπορώ να εξάγω το ασφαλές συμπέρασμα ότι το άγχος – που εμφανίστηκε ως πόνος στο στήθος και τελικά μπορεί να σε σκοτώσει – οφείλεται στα προβλήματα της επιχείρησής σου και της οικογένειάς σου”…

Δεν ήθελε να το παραδεχτεί ο Μυρτιδαίος. Ήθελε να δείξει στον Ιάσονα ότι νοιάζεται πρώτα για τον κόσμο και μετά για τον εαυτό του. Δεν είχε όμως κάτι καινούριο να πει κι επανέλαβε τον ισχυρισμό του:

“Το άγχος μου, όπως είπα, οφείλεται στο κακό που μεγαλώνει γύρω μας. Δεν βλέπω σωτηρία. Πάνε όλα από το κακό στο χειρότερο. Η χώρα. Ο πλανήτης. Δε βλέπεις; Τίποτα δεν πάει καλά. Το κακό είναι παντού, απλώνεται στον κόσμο σαν καρκίνος”…

Ο Ιάσων σώπασε για λίγο. Ήξερε ότι ο Μυρτιδαίος είχε ψυχική ανάγκη να θάψει κάπου βαθιά τον ποταπό εαυτό του και στη θέση του να προβάλλει με παχιά λόγια τον αλτρουισμό του που πολύ συχνά διαφήμιζε.

Συνήθως είναι μάταιο να συνεχίσεις έναν τέτοιον διάλογο. Δε βγάζει πουθενά, γιατί σηκώνονται οι άμυνες του άλλου και σε πολεμούν λυσσαλέα.

Ο Ιάσων σκεφτόταν λοιπόν αν έπρεπε ν’ ανεβάσει το επίπεδο της συζήτησης ή ν’ αλλάξει κουβέντα.

Θα μάτωνε, αν έκανε το πρώτο, θα σηκώνονταν μέσα του οι ενοχές, αν έκανε το δεύτερο. Θα έχανε την ησυχία του το βράδυ, αν δεν έφτανε τον διάλογο μέχρι το τέλος.

Δοκίμασε τελικά ένα σκαλί ακόμα:

“Το κακό ήταν πάντα εδώ”, είπε χαμηλόφωνα, σα να μιλούσε στον εαυτό του. “Δεν ήταν ποτέ λιγότερο. Ούτε μικρότερο. Δεν το κατέγραφαν όμως τα Μέσα Ενημέρωσης. Δεν το κατέγραφαν, επειδή δεν είχαν εξελιχτεί τεχνολογικά. Τώρα που εξελίχτηκαν, είναι καλό που το καταγράφουν. Σου λέω: Το κακό ήταν πάντα εδώ, ίδιο κι απαράλλαχτο σε όλες τις εποχές, εσύ όμως δεν το έβλεπες. Ούτε γινόταν θέμα. Τώρα γίνεται θέμα. Γίνεται ψωμοτύρι του καθένα. Εσύ στο μεταξύ εξελίχθηκες, άρα μπορείς να δεις το κακό σε όλη του την φρίκη (σ’ ένα μέρος της ίσως, δεν έχει σημασία) νομίζεις όμως ότι το κακό δεν υπήρχε, αλλά ήρθε. Κι αν υπήρχε, δεν ήταν ποτέ τόσο μεγάλο. Αυτό λες. Αυτό πιστεύεις. Γι’ αυτό και νοσταλγείς τα “παλιά καλά χρόνια”… Βλέπεις τώρα τα Μέσα Ενημέρωσης που καταγράφουν το κακό, βλέπεις να μην καταγράφουν το καλό και νομίζεις ότι το καλό δεν υπάρχει, το καλό χάθηκε. Βγάζεις μετά το αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι “χάλασε ο κόσμος” ή ότι “οδεύει στην καταστροφή του”. Αρχίζεις και σκέφτεσαι την “Δευτέρα Παρουσία” κάθε βράδυ στο μπαλκόνι σου που κοιτάς τ’ αστέρια, μωρέ την βλέπεις ακόμα και στον ύπνο σου. Πώς να μην αγχωθείς έτσι; Αγνοείς – πολύ απλά – ότι η δουλειά των Μέσων Ενημέρωσης είναι να καταγράφουν μόνο το κακό. Και ότι αυτό είναι καλό”…

“Μα… δεν θα ήταν σωστό να καταγράφουν το καλό”;

“Όχι. Αλίμονο αν έπρεπε να καταγράφουν το καλό”.

“Δεν το πιάνω”…

“Σου λέω: Ευτυχώς που τα Μέσα Ενημέρωσης θεωρούν το καλό αυτονόητο. Αλλά, ως αυτονόητο, δεν χρειάζεται να το καταγράφουν, επειδή δεν ενδιαφέρει κανέναν. Και δεν ενδιαφέρει κανέναν, επειδή το ξέρουν όλοι. Ακόμα και οι κακοί. Ιδίως αυτοί. Αλίμονο δηλαδή αν δεν το θεωρούσαν αυτονόητο! Τότε να δεις πόσο τερατώδης θα ήταν ο κόσμος μας… Λοιπόν, το κακό δεν είναι αυτονόητο, επειδή προκαλεί ρωγμές στο καλό. Άρα: Είδηση δεν είναι η μετάδοση του καλού, είναι η μετάδοση του κακού που απείλησε το καλό”.

Ο Μυρτιδαίος σεβόταν τον δάσκαλο, αλλά δεν είχε ακόμα πεισθεί:

“Τα Μέσα Ενημέρωσης θέλουν αίμα”, είπε πεισματικά.

“Πάλι κάνεις λάθος. Δεν είναι τα Μέσα Ενημέρωσης που θέλουν αίμα, αλλά ο κόσμος που παρακολουθεί τα Μέσα Ενημέρωσης”.

“Μα… ποιος είναι αυτός ο κόσμος που θέλει αίμα”;

“Καλή ερώτηση”, απάντησε ο Ιάσων. Και σηκώθηκε. Αλλά σε όλη την υπόλοιπη διαδρομή τους δεν είπε λέξη.

Γράψε ένα σχόλιο...

Scroll to Top