Για την “επόμενη μέρα”

“Μέχρι πριν λίγες μέρες ήμουν ευλογημένος”, είπε ένα θύμα του κορωνοϊού στο Τηλεοπτικό Δελτίο.

“Αμέσως καταλάβαμε τι πήγαινε να πει”…

Εδώ και λίγες μέρες δεν είναι πια ευλογημένος. Ο Θεός ήρε την ευλογία Του.

Με τον ίδιο τρόπο την ήρε και από κείνους που πήγαν στα Ιεροσόλυμα.

Κανείς όμως δεν παύει να εναποθέτει στο Θεό τις ελπίδες του, ακόμα κι αν ο Θεός ήρε την ευλογία Του.

Ο Θεός είναι καταφυγή. Ακόμα κι αν σηκώνει το φρύδι και – διαολισμένος για τις αμαρτίες των ανθρώπων – αίρει την ευλογία που ο ίδιος τους είχε δώσει ολόκληρη ζωή.

Ακόμα και όταν στέλνει κορονοϊούς, το κάνει από αγάπη.

Όταν έρχονται έτσι τα πράγματα, ο Θεός είναι η έσχατη ελπίδα. Όχι μόνο για τους ευλογημένους, αλλά και για τους καταραμένους.

Για μια κοινωνία που δεν έχει πολλούς λόγους να σέβεται τους νόμους που ψηφίζουν οι πολιτικοί, ο Θεός αναπληρώνει το αδυσώπητο κενό και κρατάει όρθιο το λαό. Έτσι γινόταν πάντα στην Ιστορία.

Το χειρότερο λοιπόν που έχει να κάνει κάποιος απέναντι στο λαό, είναι ν’ αμφισβητήσει το Θεό την ώρα που ο λαός έχει ανάγκη την πίστη του σ’ Αυτόν.

Εδώ τον αρχηγό του κόμματος αμφισβητείς και μετά αισθάνεσαι ενοχές ότι στενοχώρησες ανθρώπους που αγαπάς. Πολλώ δε μάλλον αν αμφισβητήσεις το Θεό.

Ακόμα χειρότερο πάντως είναι ν’ αμφισβητήσεις τη γνώμη κάποιας αυθεντίας του facebook. Μετατρέπεσαι αμέσως σε όργανο υπόπτων συμφερόντων.

Έτσι είναι τα πράγματα…

Το ίδιο μοτίβο παντού…

Από παιδί λάτρευα τον μύθο της Βαβέλ και κατά καιρούς επιχειρούσα να διεισδύσω στο βαθύτερο νόημα γιατί καταλάβαινα ότι μπορεί να μην ήταν κάτι που έγινε, αλλά κάτι που θα γίνει. Προσπαθούσα να φανταστώ πώς ήταν εκείνη τη μυθική εποχή που άλλα έλεγε ο ένας κι άλλα καταλάβαινε ο άλλος.

Κι όσο το έψαχνα, τόσο πιο πολύ πλησίαζα στον δικό μας καιρό, έβλεπα ότι άλλα λέει ο ένας και άλλα καταλαβαίνει ο άλλος, άρα… ποια η διαφορά του τότε με το τώρα;

Ό,τι έγινε, θα ξαναγίνει.

Γίνεται δηλαδή.

Κι αφού γίνεται, ήταν ευκολάκι πια να πάω λίγο παραπέρα, να φανταστώ τώρα πώς θα ήταν το τέλος του δικού μας Ιστορικού κύκλου.

Θα ήταν νομίζω κάπως έτσι:

Ο Πύργος δεν θα τελείωνε ποτέ. Θα έμενε μισός. Όπως ακριβώς είναι το κτήριο του Ευρωκοινοβουλίου. Άμα δείτε το κτήριο του Ευρωκοινοβουλίου στις Βρυξέλλες, θα διαπιστώσετε ότι μοιάζει με τον μισοτελειωμένο Πύργος της Βαβέλ. Τάλε κουάλε.

Μπορεί να σημαίνει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα ολοκληρωθεί ποτέ…

Δεύτερον, καμία κοσμοθεωρία, θρησκευτική ή πολιτική, δεν θα μπορούσε να ερμηνεύσει τον κόσμο, δεν θα μπορούσε να δώσει απαντήσεις σε κανένα ερώτημα κανενός. Χειρότερο δε κι απ’ αυτό, οι θρησκείες και οι ιδεολογίες θα συντρίβονταν υπό το βάρος της αδυσώπητης πραγματικότητας.

Τρίτον, τα άτομα θα έχαναν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους. Για να πάρουν απαντήσεις στα επιτακτικά ερωτήματά τους, θα έπρεπε να καταφύγουν στον εαυτό τους. Θα συνειδητοποιούσαν ξαφνικά ότι η μόνη παρέα που απόμεινε στο κάθε άτομο χωριστά, είναι ο βαθύτερος και ως τώρα άγνωστος εαυτός του.

Για να μην επεκταθώ πολύ και σας κουράζω, θα περιοριστώ σ’ αυτά μόνο.

Φτάνουν.

Άλλωστε στις μέρες αυτές κανείς δε μπορεί να κάνει το δάσκαλο σε κανέναν. Όλοι πια σκεφτόμαστε και ξέρουμε τα ίδια πράγματα. Όλοι βράζουμε στο ίδιο καζάνι.

Να σου πει ποιος, τι…

Έγραψα μια μέρα ότι τα χρόνια που πέρασαν, με τα μνημόνια δηλαδή, αναμετρηθήκαμε με το κράτος. Τώρα, με τον κορωνοϊό, θ’ αναμετρηθούμε με τον εαυτό μας.

Ναι, ήρθε η ώρα να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. Να μιλήσουμε μαζί του. Και “να τα βρούμε”.

Ακόμα και να περάσει ο κορωνοϊός, που θα περάσει, θα χρειαστούμε τον εαυτό μας την “επόμενη μέρα”.

Ποτέ ως τώρα δεν χρειαστήκαμε τόσο πολύ τον αληθινό εαυτό μας, όσο θα τον χρειαστούμε την “επόμενη μέρα”.

Βρείτε τον.

Είναι ο καλύτερος φίλος σας.

Γράψε ένα σχόλιο...

Scroll to Top