Ο συγγραφέας εξήγησε ότι η γραφή του έλκει την καταγωγή της από την λαϊκή προφορική παράδοση των παραμυθιών και της δημοτικής ποίησης
Δύο αυτοτελή παραμύθια, «το βασίλειο του κόκορα» και «το μαγικό χτενάκι», παρουσίασε την Κυριακή (17/12) το βράδυ σε μια κατάμεστη αίθουσα της Παλαιάς Δημοτικής Αγοράς ο Παντελής Φλωρόπουλος. Οι παρόντες πήραν δώρο τον «ήχο της διφθόγγου», το τελευταίο βιβλίο του, με ιστορίες σοφίας του βασικού τους ήρωα, του Ιάσονα.
Στον χαιρετισμό της η Αντιδήμαρχος Πολιτισμού Μαρία Παπαγεωργίου μίλησε για τη μακρόχρονη παρουσία του δημοσιογράφου και συγγραφέα, μια διαρκή παρουσία στην πόλη του Αγρινίου, η οποία σφραγίζεται από την προσφορά του σε όλα τα είδη του γραπτού λόγου, ιδίως δε στο παραμύθι, την ποίηση και το χρονογράφημα, αλλά και τη σάτιρα.
Ο ίδιος διαχωρίζει πάντως τις ιδιότητες του δημοσιογράφου και του συγγραφέα, τις βάζει σε διαφορετικά βάθρα, δεδομένου ότι στη μεν «Αναγγελία» (όπου συνεχίζει ν’ αρθρογραφεί) υπογράφει ως Παντελής, στα δε βιβλία του ως Παντολέων.
Τίτλος της εκδήλωσης ήταν «η κοσμολογία των λαϊκών παραμυθιών». Ο συγγραφέας εξήγησε ότι η γραφή του έλκει την καταγωγή της από την λαϊκή προφορική παράδοση των παραμυθιών και της δημοτικής ποίησης: Στο «βασίλειο του κόκορα» αξιοποιεί μια λογοτεχνική ιδέα που βασίζεται στην επινόηση. Αντίθετα, στο «μαγικό χτενάκι» αξιοποιεί ένα αρχαίο Αιτωλικό παραμύθι που μεταφέρει στην εποχή μας με λογοτεχνικούς όρους, θέλοντας να δείξει ότι η παραμυθογραφία είναι ισότιμη λογοτεχνικά και όχι κατώτερη των άλλων ειδών του γραπτού λόγου, της ποίησης, του διηγήματος, του μυθιστορήματος κλπ.
Η άλλη πλευρά του ιδίου ζητήματος αφορά την εργασία της διασκευής που εδώ και 300 χρόνια έγινε πρωτοποριακά στην Ευρώπη από τους μεγάλους παραμυθάδες (τον Περό, τους Αδελφούς Γκριμ, τον Άντερσεν) δεν έγινε όμως ποτέ στην Ελλάδα, η παραμυθογραφία της οποίας ορίστηκε από την επιστήμη της λαογραφίας ως στατική και παγωμένη στο χρόνο, με αποτέλεσμα η λαϊκή παράδοση (στα σπλάχνα της οποίας κρύβεται ένας πολιτισμικός θησαυρός) να μένει ακόμα σήμερα στο ράφι.
Υπό την έννοια αυτή, μια άλλη, νέα προσέγγιση της λαϊκής παράδοσης, αυτή που υπηρετούν και τα δύο αυτά βιβλία, συνιστά μία λογοτεχνική επανάσταση.
Επιπλέον ο συγγραφέας κατέδειξε την σχέση των λαϊκών παραμυθιών με την πανάρχαιη γνώση και συνέδεσε τα παραμυθικά μοτίβα με τα δεδομένα της επιστήμης.
Ήταν μια ομιλία που σε άλλους προκάλεσε ευφορία, σε άλλους συγκίνηση και σε άλλους ενθουσιασμό.
Ευχαριστώντας την άλλη μέρα όσους παραβρέθηκαν, ο συγγραφέας έγραψε μεταξύ άλλων στον λογαριασμό του στο facebook: «Είχα την εντύπωση ότι η θεματολογία μου, αν και είναι γνήσια λαϊκή, μοιάζει εντούτοις εξεζητημένη. Έτρεφα την εντύπωση αυτή, επειδή η πλευρά της λαϊκής παράδοσης που ενδιαφέρει την γραφή μου, δεν ενδιαφέρει πολλούς συγγραφείς. Διαπίστωσα όμως ότι εκεί που η δουλειά αυτή ξεδιπλώνεται μπροστά στο κοινό, συναντιέται με την ατομική και τη συλλογική μνήμη, αλλά και με την αβίαστη αίσθηση ότι αυτός ο λόγος έχει να κάνει με την αλήθεια, όχι με το κάμωμα, ούτε με την παράσταση».