Ακόμα κι αν ήθελες να συμμορφωθείς απολύτως με τις προτροπές και τις υποδείξεις τους, θα ήταν αδύνατο.
Ακόμα κι αν έκανες όλα όσα λένε ότι έπρεπε να κάνεις, ακόμα κι αν (ως πολιτικός ή δημοσιογράφος) τα έκανες ακριβώς όπως λένε ότι έπρεπε να τα κάνεις, την επομένη, αυτοί οι ίδιοι (εναντίον όποιου δεν συμπορεύεται μαζί τους) θα έλεγαν τα ίδια που λένε πάντα, σα να μην έκαμε τίποτε σωστό… Γεγονός που σημαίνει πρακτικά ότι αυτοί – μόνο αυτοί – είναι κάτοχοι της μοναδικής αλήθειας, άρα οι άλλοι είναι δοσίλογοι του κερατά.
Έλα όμως που αυτό δεν διαφέρει καθόλου από την Εβραϊκή εκδοχή του Νόμου: Η δική μου αλήθεια, δηλαδή ο δικός μου Θεός είναι Ένας και Μοναδικός. “Ουκ έσονταί σοι θεοί έτεροι πλην εμού”. Όπως το λέει η πρώτη από τις δέκα εντολές του Μωυσή.
Στο πρακτικό πάντα επίπεδο, είναι απολύτως βέβαιον: Οι άνθρωποι αυτοί δεν θέλουν το καλό, ούτε βεβαίως το άριστο. Θέλουν μόνο τον ντόρο. Ο ντόρος τους θρέφει. Η αντράλα. Ο σαματάς.
Μιλώ για τα κακομαθημένα παιδιά της Δημοκρατίας. Που μονοπωλούν τη Δημοκρατία και την Πρόοδο, απέναντι στον φασισμό και τη συντήρηση, ε…
Δεν θεωρώ τυχαίο ότι οι αντιεξουσιαστικές ομάδες των Εξαρχείων αποτελούνται από βουτυρόπαιδα των Βορείων προαστίων.
Με το λόγο και την πράξη τους ακυρώνεται ο δημοκρατικός διάλογος για τον οποίο – ως αυτόκλητοι υπέρμαχοι της Δημοκρατίας – κόπτονται. Αλλά είναι οι ίδιοι που τον ακυρώνουν, αφού τον μετατρέπουν σε αυτοσκοπό, σε μέσο αυτοδικαίωσης. Για το αποτέλεσμα του αυτοδικαιωματικού τους διαλόγου δε νοιάζονται βεβαίως ολωσδιόλου. Είναι σα να λέμε ότι μπαίνουν στο γήπεδο να παίξουν ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός και να μη νοιάζεται κανείς στην εξέδρα για το αποτέλεσμα του μέγιστου ποδοσφαιρικού αγώνα. Ικανοποιούνται όλοι με τα λακτίσματα της μπάλας από τους παίκτες της μίας ή της άλλης ομάδας.
Είναι προφανές ότι σ’ έναν τέτοιο αγώνα δεν χρειάζονται τα γκολπόστ ούτε οι τερματοφύλακες. Προκύπτει επομένως μια διεστραμμένη εκδοχή του ποδοσφαίρου. Στην παράσταση ενός ερωτικού ζωγράφου αυτό θ’ αποτυπωνόταν ως μαζικός μαζοχισμός. Έτσι ακριβώς συμβαίνει και με την αριστερά: Προκύπτει μια στρέβλωση, μια διεστραμμένη εκδοχή της Δημοκρατίας.
Εξομολογούμενος θα σημειώσω ότι στα πρώτα χρόνια της τοπικής μου δημοσιογραφίας έπαιρνα τοις μετρητοίς την κριτική τους, όχι μόνο για την εξουσία, αλλά και για την κυβέρνηση, και για τον Τύπο. Δεν ικανοποίησα όμως ποτέ κανέναν, όταν καλοπροαίρετα κινήθηκα στο πνεύμα τους. Άργησα να καταλάβω, το είδα όμως κάποια στιγμή, ότι αυτό δεν διέφερε καθόλου από την στάση που κρατούσαν οι θρήσκοι. Το είδα, όταν διαμαρτυρήθηκα μια φορά για ένα κιόσκι σ’ ένα μοναστήρι (Βυζαντινό μνημείο) και μου κόλλησαν τότε τη ρετσινιά του άθεου. Ότι αργότερα παρενέβη η Αρχαιολογική Υπηρεσία και το κιόσκι ξηλώθηκε, δεν θυμήθηκε κανένας ότι είχα δίκιο. Η ρετσινιά του άθεου με συνοδεύει ακόμα…Το ίδιο ακριβώς έκαναν και κάνουν οι αριστεροί. Δικαίωμά τους θα πεις… Εντάξει. Αλλά δεν το σημειώνω για ν’ αλλάξει αυτό, ούτε θέλω να πείσω κανέναν για τις απόψεις μου. Το σημειώνω γιατί θέλω να καταγραφεί κάτι άλλο, σπουδαιότερο, κατά τη γνώμη μου, και σημαντικό:
Όταν η διαμαρτυρία ενός λαού απέναντι στην εξουσία έχει τα χαρακτηριστικά του ντόρου, της αντράλας, του σαματά, της φασαρίας, ποτέ όμως της ειλικρινούς συνομιλίας και της διαλεκτικής, σημαίνει πρακτικά ότι η εξουσία θα κάνει το δικό της, όσο κι αν ο λαός βαράει κάτω τον κώλο του… Με άλλα λόγια, οι διαδηλώσεις (για τις οποίες γίνεται πολύς λόγος) και οι απεργίες ΕΝΙΣΧΥΟΥΝ την εξουσία, δεν την ανατρέπουν, ούτε φυσικά την εμποδίζουν, δεν την παρενοχλούν καν… Όταν ο λαός, ως συνομιλητής της κυβέρνησης, κάνει φραμπαλά, η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να κάνει κάτι, είτε του αρέσει, είτε όχι. Αυτό την μετατρέπει σε δικτατορία. Δεν υπάρχει όμως άλλη επιλογή.
Πίσω πάντως από την πουριτανική συμπεριφορά της σύγχρονης αριστεράς κρύβεται στην ουσία της η ματαίωση του ένοπλου αγώνα για κατάληψη της εξουσίας που οραματιζόταν κάποτε. Μετά την οριστική ήττα της το 1989 στη Ρωσία, μετά και τη μετατροπή της Κίνας σε μονοκομματική καπιταλιστική χώρα, δεν έμεινε τίποτα όρθιο στο τσερβέλο της.
Η Ελληνική αριστερά (για να τηρήσει τα προσχήματα και να διασωθεί ως “πολιτικό μαγαζί” στη Βουλή) μετέφερε άρδην στον συνδικαλισμό το εξουσιαστικό απωθημένο της.
Το Βατερλό του 1989 ήταν σταθμός. Η επαναστατικότητα της σύγχρονης αριστεράς είναι ο μακρινός αντίλαλος μιας αριστεράς που πέθανε και δεν θ’ αναστηθεί ποτέ πια…
Το ΚΚΕ παίζει το παιγνίδι των πλαστών εντυπώσεων έξυπνα και διασώζεται ως απολίθωμα σ’ ένα ράφι του Μουσείου της Ιστορίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως τσαλαβουτά. Οι καιροσκόποι που (από το ΠΑΣΟΚ) έσπευσαν να μπουν “καβάλα στο κύμα”, τον οδήγησαν ήδη σε πρωτοφανείς πολιτικές ξεφτίλες. Λοιπόν, το κόμμα που κρατάνε όρθιο με ψέματα, είναι θέμα χρόνου να πέσει το ίδιο μέσα στον λάκκο που άνοιξε για να θάψει τους άλλους…