Συνέντευξη του Παντελή Φλωρόπουλου στην Ερμιόνη Τσατσούλη (1997)

“Γεννήθηκα τζίτζικας… γιατί να παριστάνω το μυρμήγκι;”

Συνέντευξη του Παντελή Φλωρόπουλου στην Ερμιόνη Τσατσούλη
(περιοδικό “Έπίκαιρα”, τ. 21, Μάρτιος 1997)

Οι φωτογραφίες είναι της Λένας Αρκουμάνη

Παντελής Φλωρόπουλος. Τι θα μπορούσαμε αλήθεια να σημειώσουμε δίπλα στην λέξη επάγγελμα: Εκδότης, δημοσιογράφος, συγγραφέας, ποιητής; Ο ίδιος αρνείται ιδιότητες και ετικέτες, αφού: “ως ανώτερος πιστός δεν χρειάζεται να είμαι θρήσκος. Ως πολιτικό ον δεν χρειάζεται να είμαι πολιτικός. Ως μύστης δεν χρειάζεται να είμαι ποιητής. Ως πολίτης του κόσμου δεν χρειάζεται να είμαι γιος κανενός. Έχοντας δημόσιο λόγο δεν χρειάζεται να είμαι δημοσιογράφος”. Λευκό, κενό λοιπόν. Και δίπλα από το κενό; Το “παιδί των περιβολιών”, που φτιάχνει με πάθος τις ρίζες του στο Αγρίνιο. Ανυπομονώντας να ξεκινήσει η συζήτησή μας υποκύπτω χωρίς ενοχή στη διάθεσή μου να παρακάμψω τα “βαρετά”: Πού γεννήθηκε, τι σπούδασε, ποιες δουλειές έκανε. “Εκτίθεται” ο ίδιος χρόνια τώρα ενώπιον μας, δεν υπάρχει περιθώριο για τη δικαιολογία. Ακόμα, ο λόγος του – θα το δείτε – δε χρειάζεται κανένα βιογραφικό τερτίπι για να στηριχτεί ή να εμπλουτιστεί. Γι’ αυτό…

Έχετε εκδώσει ήδη τη δεύτερη ποιητική σας συλλογή. Πείτε μου τι είναι για σας η λογοτεχνία, πώς την αντιλαμβάνεστε;

Είναι σαν ωραίο ταξίδι ή σαν μια επιστροφή στην αθωότητα. Η λογοτεχνία δεν είναι για τους εγκυκλοπαιδιστές και τους πτυχιούχους. Ούτε είναι κατήχηση. Δεν είναι προσωπική εξομολόγηση, δεν είναι αυτοβιογραφία, δεν είναι σχόλιο, δεν είναι ιδεολογία. Είναι η ανώτερη μορφή της δημοσιογραφικής δουλειάς.

Σε κάποια από τα πολλά σημειώματά σας που έχω διαβάσει, λέτε πως της αντισταθήκατε σφόδρα, αλλά σας …νίκησε. Έτσι είναι;

Κάθε φορά που απογοητευόμουν από την λογοτεχνική μου προοπτική ριχνόμουν με τα μούτρα για να ενσωματωθώ στο προλεταριάτο και ορκιζόμουν πίστη και αφοσίωση στην εργατική τάξη. Όσο όμως αγωνιζόμουν κατά της συγγραφής, τόσο αυτή ερχόταν στον ύπνο μου και με γλύκαινε σαν πειρασμός. Έχω γράψει δέκα ατόφια μυθιστορήματα στον ύπνο μου! Και σας βεβαιώ,χωρίς παρεξήγηση, ήταν όλα… αριστουργήματα!

Στο… ξύπνιο σας ποιο είναι το ρεκόρ σας;

Πτωχό. Είναι αλήθεια ότι δεν συνειδητοποιήθηκα ακόμα σαν λογοτέχνης, ούτε και σαν εργάτης το είχα καταφέρει. Η συγκομιδή μου λοιπόν είναι σκόρπια, σε όλα τα είδη του λόγου. Ποτέ δεν αφιερώθηκα αποκλειστικά στη λογοτεχνία. Πάντα προείχε το μεροκάματο και ποτέ η δόξα. Και το περιοδικό σκοτώνει τον συγγραφέα.

Όχι, όμως, τον ποιητή…

Α, η λέξη ποιητής είναι μεγάλη κουβέντα. Πρέπει να γίνεις θεός, όπως ο Όμηρος, όπως ο Μέγας Αλέξανδρος, για να λέγεσαι ποιητής. Ο λόγος σου να ποιεί, να ξαναφτιάχνει τον κόσμο κι ο κόσμος να έχει ανάγκη τον λόγο σου…

Αρνείστε δηλαδή την ιδιότητα του ποιητή;

Δε μπορώ να το δηλώσω, δεν έχω δικαίωμα, αν ο κόσμος δε με βαφτίσει. Πόσες στιγμές στη ζωή μου αντιπροσωπεύουν τα 241 ποιήματα που δημοσίευσα και τα 5.000 που έγραφα; Ελάχιστες! Θα ήμουν ποιητής αν τα ποιήματά μου είχαν ιδεολογική συμβατότητα με ολόκληρη την ζωή μου, αν είχαν συγκινήσει πολύ κόσμο κι όχι τη γυναίκα μου, τους φίλους ή τις παλιές μου φιλενάδες. Κυρίως θα ήμουν ποιητής αν ο λόγος μου δεν διολίσθαινε ακόμα και στις πιο ταπεινές του εκφορές και ήταν πάντα φωτεινός. Εξάλλου, είναι πλεονασμός να δηλώνεις ποιητής. Είναι σα να χρειάζεται όνομα το ηλιοβασίλεμα.

Μπορείτε να ξεχωρίσετε κάποιο από τα ποιήματά σας;

Πολύ εύκολα. Τρία είναι τα καλύτερα ποιήματά μου, καλύτερα κι απ’ του Σεφέρη κι απ’ του Ελύτη. Το ένα τιτλοφορείται “Βάσω”. Το άλλο “Γιώργος” και το άλλο “Κωνσταντίνος”. Τ’ άλλα μου ποιήματα είναι προσωπικές καταφυγές και μια επίδειξη απαραίτητης ματαιοδοξίας σε φίλους που συγχωρούν. Δεν αφορούν το ευρύ κοινό.

Σχολιάστε μου το δίπτυχο επαγγελματίας ποιητής…

Δεν πιστεύω στους επαγγελματίες ποιητές, αν και πιστεύω στους επαγγελματίες συγγραφείς. Για τους ποιητές ισχύει το “δωρεάν ελάβατε, δωρεάν δότε”. Όπως δεν πιστεύω στους επαγγελματίες ιερείς. Ποιητής ήταν ο Χριστός. Ο αίρων τις αμαρτίες του κόσμου. Μπορεί βέβαια να μιλήσει ο Θεός με το βρώμικο στόμα σου. Αυτό θα είναι ένα τέλειο ποίημα, αλλά είσαι σκεύος, δεν είσαι ο ποιητής, δηλαδή ο δημιουργός.

Μεγάλοι μας ποιητές (κι ανάμεσά τους ένας Σεφέρης) ομολογούν ότι γράφουν βασανιστικά, ψάχνουν χρόνια τη λέξη. Αντίθετα, εσείς απ’ όσο μπορώ να κρίνω, γράφετε εύκολα, αν είναι δόκιμη εδώ η λέξη αυτή…

Πράγματι. Ακούω κι εγώ πολλούς λογοτέχνες που μιλάνε για μόχθο και ιδρώτα, για πόνο ψυχής, για βασανιστικές θυσίες. Δεν το καταλαβαίνω αυτό. Είναι πάντως η ιδεολογία του μυρμηγκιού. Εγώ θέλω την ιδεολογία του τζίτζικα.

Που σημαίνει ότι η συγγραφή είναι η διασκέδασή σας;

Το μέσον, μέσα από το οποίο θέλω να κατακτήσω μια διάθεση διασκέδαση. Ν’ αντικαταστήσω με ένα παιχνίδι γραφής την καφετέρια, την ταβέρνα, το μπαρ, την παλιοπαρέα, την τηλεόραση. Αληθινά, αυτό που με διασκεδάζει, είναι να μεταποιήσω μια ιδέα σ’ ένα τέλειο κείμενο.

Τέλειο κείμενο χωρίς τον έρωτα, που μπορεί να είναι μια βαθιά ανάγκη για επικοινωνία – πράγμα που εγώ εισπράττω έντονα όταν διαβάζω τα ποιήματά σας – μπορεί να είναι τέλειο;

Άμα δεν λαμπυρίζει ο έρωτας, μη χάνεις τον χρόνο σου, δεν αξίζει. Θα γράψω ένα ποίημα ή ένα μυθιστόρημα, επειδή αγαλλιάζω, επειδή τρυφερεύω, επειδή τραγουδάει η ψυχή μου. Ανακαλύπτω νέες παρθένους Ηπείρους. Γίνομαι ένας Κολόμβος. Άμα δεν είμαι τυχοδιώκτης και ερωτευμένος, άμα δεν ηδονίζομαι μπροστά σε μια κόλλα χαρτί, τι έργο να παράγω; Μια φούσκα!

Ποιος είναι αληθινός ποιητής για σας; Και, συγκεκριμένα… ποιο όνομα θα ερχόταν πρώτο στο μυαλό σας για την πόλη που ζείτε;

Αληθινός ποιητής για μένα είναι ο “αμαρτωλός άγιος”, χωρίς “και” ανάμεσα. Γι αυτό ονόμασα τη μια συλλογή μου “Έρως” και την άλλη “Άγος”. Αλλά τώρα που είναι τυπωμένες, αμφίθυμος πάντα, λέω καλύτερα να ήταν στο συρτάρι μου. Κι αν είναι να αναγνωριστώ ως ποιητής, λέω να γίνει μετά από εκατό χρόνια, τότε που θα ξέρουμε ή θα έχουμε ξεχάσει την αντοχή του λόγου, όπως συμβαίνει αντίστοιχα με την αναγόρευση των αγίων. Έτσι μπορώ να δεχτώ για το Αγρίνιο – κατ΄ ανάγκη -μονάχα τον Χατζόπουλο. Κι αυτό γιατί θέλω να τονίσω τη σημασία της παράδοσης που ξεχνάμε και την σημασία της παράδοσης που σήμερα φτιάχνουμε.

Μέσα σ’ αυτή την “έκπτωση” που μας επιβάλλουν τα τελευταία χρόνια, πού είναι ο λόγος των ποιητών; Και χρησιμοποιώ τη λέξη “ποιητές” για να μην πω πνευματικοί άνθρωποι, γιατί ειλικρινά δεν ξέρω πια ποιοι είναι…

Πως γίνεται να έχουν λόγο στην κλειστοφοβία τους; Τους χρειαζόμαστε όμως τους ποιητές, πρέπει να τους διατηρήσουμε, γιατί αυτοί πρώτοι θ’ αναγνωρίσουν το νέο ρεύμα που περιμένουμε..

Μιλάτε για πολιτικό ρεύμα;

Μιλώ για ένα κίνημα ΜΗ εξουσίας για ένα ρεύμα που θα προκύψει από το λαό και πάντως μακριά από τεχνοκράτες και επαγγελματίες πολιτικούς, μακριά από την κουλτούρα των ΜΜΕ, μακριά από φωτισμένες και οργανωμένες πρωτοπορίες, αυτές ευθύνονται για το σημερινό αδιέξοδο. Αυτό το ρεύμα περιμένω με λαχτάρα, το καρτερώ πιο πολύ κι από έναν συγκλονιστικό έρωτα. Σ’ αυτό μπορώ ν’ αφιερώσω τη ζωή μου.

Και πώς πιστεύετε ότι μπορεί να γεννηθεί ένα τέτοιο κίνημα;

Άλεκτα και διάχυτα, μέσα από το λαό, όταν θα μπουχτίσει, έτσι όπως γεννήθηκαν τα παραμύθια, οι παροιμίες, τα δημοτικά τραγούδια…

Αναγνωρίζετε μήπως κάποια σημάδια στον ορίζοντα;

Ίσως, κατά μόνας, ο καθένας είναι ήδη μέσα σ’ αυτό, αλλά πρέπει να περιμένουμε το πανηγύρι.

Απορρίπτετε την πολιτική;

Καθόλου. Το έχω γράψει. Θεωρώ την πολιτική ανώτερη μορφή τέχνης και από την ποίηση. Όπως θεωρώ τις θρησκείες την ανώτερη μορφή πολιτικής τέχνης που γνώρισε η ανθρώπινη ιστορία. Σέβομαι τους ανθρώπους που μπορούν να λειτουργήσουν μέσα στα κόμματα. Κακώς ορισμένοι πολιτικοί, όπως ο Γκάντι, ο Μακάριος, ο Βενιζέλος, ο Τρικούπης, ο Ανδρέας δεν θεωρούνται άγιοι. Μ’ ενδιαφέρει η πολιτική. Με καίει. Διότι όποιος πολίτης δεν τάζει τον εαυτό του στον κόσμο, αλλά στον εαυτούλη του, ο ίδιος αυτός ασθενεί και μαραίνεται, μαραζώνει και σβήνει.

Με μπερδέψατε κ. Φλωρόπουλε. Για να μη μπερδέψουμε και τους αναγνώστες μας, με δεδομένο ότι η πολιτική ασκείται από τους πολιτικούς… προηγουμένως είπατε ότι δεν περιμένετε τίποτε από αυτούς…

Δεν περιμένω τίποτε από το κατεστημένο της εξουσίας. Θυμάμαι μια φράση του Θύμιου Σώκου: “Οι λαοί είναι ηττημένοι από την εξουσία” είχε πει… Όπως ασκείται σήμερα η πολιτική, είναι ανεπαρκής, είναι άσοφη. Λόγω της ισοπεδωτικής εξομοίωσης έχουν χαλαρώσει οι αρμοί. Δεν είναι τυχαία η στροφή του κόσμου προς τη θρησκεία. Το ένστικτό του είναι σοφό, αισθάνεται το κενό και σπεύδει να το γεμίσει. Οι πολιτικοί, σε αντίθεση με τους καλλιτέχνες, ακολουθούν, ποτέ δεν προηγούνται. Όλοι αυτοί οι χασομέρηδες δεν μυρίστηκαν τίποτε απ’ όλα αυτά που συντελούνται.

Είχατε μια θητεία στο ΚΚΕ. Εσείς μυριστήκατε αυτά που συντελέστηκαν;

Έγινα κουμουνιστής στο εργοστάσιο, πριν γίνω φοιτητής της Παντείου. Αρνούμενος τον Χριστιανισμό, απέκτησα αριστερή συνείδηση. Ξόδεψα απλόχερα τις δυνάμεις μου υπηρετώντας την λογική ανθρώπων της μοίρας μου, καθώς οφείλει κάθε συνωμότης επαναστάτης, με την προσμονή ότι θα γίνει ένα “κλικ” και θα τους τρυφερέψω. Όλοι οι άνθρωποι αλλάζουν, έλεγα. Το μόνο που κατάφερα, ήταν να στερώ τον εαυτό μου από την έξοδο, που ήταν ορθάνοιχτη για μένα. Πολέμησα άδοξα. Γιατί κάθε τι που δεν είναι αμοιβαίο, δεν είναι και δημοκρατικό, είναι ματαιοπονία. Από το 1980 είχα καταλάβει τον “τέταρτο δρόμο” προς τον σοσιαλισμό.

Σημείωσα μια φράση σας: “Όποιος τάζει τον εαυτό του στον εαυτούλη του ασθενεί και σβήνει” είπατε. Επειδή βρίσκω πολύ μεγάλη συνάφεια με την προηγούμενη απάντηση σας, ο αγώνας ο δικός σας με τους “εαυτούληδες” τι σας κόστισε;

Πιάστηκα μέση με μέση με τους “εαυτούληδες” σ’ έναν αγώνα να τους μπολιάσω συλλογικότητα. Ήμουν ένας κουζουλός που χτυπιόμουν σπαρακτικά μπροστά στις κλειστές καρδιές να μου ανοίξουν. Ο εαυτούλης όμως κι ο βλάκας ποτέ δε νικιέται. Προτιμά να πεθάνει παρά να νιώσει έκδηλη τρυφεράδα. Υπονόμευσα την δύναμή μου αδιαφορώντας για το κόστος της προδιαγραμμένης αποτυχίας. Ωστόσο, είδα με τα μάτια μου να μεταλλάσσονται οι χημικές ενώσεις κι όσο γινόταν πιο εαυτός ο εαυτούλης των ανθρώπων, τόσο χαιρόταν ο συλλογικός εαυτός και μου ψιθύριζε στ’ αυτί: Τόσος κόπος δεν πήγε χαμένος.

Μπορεί οι απαντήσεις σας να δυσκολέψουν λίγο το μέσο αναγνώστη μας, αλλά “γράφουν”, δεν το συζητώ. Γι’ αυτό δώστε μου μια εικόνα… Με τι νομίζετε ότι μοιάζει η Ελλάδα σήμερα;

Με έφηβη κοπελιά γεμάτη σπυράκια ακμής στο πρόσωπο. Κρύβεται φορτωμένη συμπλέγματα. Ερωτεύεται, αλλά αποσύρεται. Η διάθεση που κυριαρχεί στα σπλάχνα της είναι να πέσει στον πρώτο γκρεμό αφήνοντας ένα σημείωμα μελοδραματισμού στην ιστορία.

Κυριαρχεί είπατε… την βλέπετε δηλαδή να πέφτει;

Να σας πω. Σαν έφηβος επιχείρησα κάποτε ν’ αυτοκτονήσω. Όχι από ερωτική απογοήτευση. Τότε ως παιδί των περιβολιών, βρέθηκα μόνος και μετέωρος μέσα στο Αθηναϊκό τσιμέντο, να δουλεύω χαμάλης με το καροτσάκι στου Ψυρρή, για 750 δρχ. την εβδομάδα. Γνωρίζω λοιπόν τον μηχανισμό αυτού του συναισθήματος. Αλλά στα γρανάζια του τελικά χάνεται μόνο ένας στους χίλιους.

Άρα είστε αισιόδοξος. Πότε όμως θα βγει απ’ αυτό το “καθεστώς απόσυρσης”;

Μόλις αποτινάξει τα σύνδρομα 1967 χρόνων σκλαβιάς που την βαραίνουν. Τότε θα διαγνώσει, θα τιμήσει τις αξίες της που σήμερα περιφρονεί. Αν καταφέρει και διώξει τον βυζαντινισμό που πνίγει θρησκεία, πολιτική και τέχνη, σαν το φύκι της Μεσογείου. Αν παύσει ν’ αναζητεί νέες αξίες και ξεσκουριάσει αυτές που έχει. Ναι τότε θ’ αναστηθεί.

Έχει τις δυνάμεις να το κάνει; Θέλω να πω… γιατί δεν το έκανε στα 175 χρόνια που ακολούθησαν της επανάστασης;

Είναι κρυμμένες στο DNA μας, αλλά κοιμούνται. Είναι σαν την πεντάμορφη του παραμυθιού που περιμένει τον πρίγκιπα να την αναστήσει βγάζοντας το μαγικό χτενάκι από τα μαλλιά. Οι πρίγκιπες βέβαια ήρθαν το 1821, ο Κολοκοτρώνης, ο Μακρυγιάννης κι η παρέα τους, αλλά ακόμα δεν τέλειωσαν το έργο τους.

Η νοοτροπία του να περιμένουμε από κάποιον άλλο να μας σώσει τι σας λέει;

Οι νεοέλληνες εναποθέτουν τις ελπίδες τους σε κάποιον άλλο, σ’ έναν πολιτικό, σ’ έναν απροσδιόριστο αρμόδιο. Παλιότερα είχαν το μαρμαρωμένο βασιλιά που θ’ αναστηθεί.

Μας ταλαιπωρεί ακόμα, κ. Φλωρόπουλε, ο περίφημος “Μόσχοβος που θα φέρει το σεφέρι”;

Όχι, όχι… Αυτό δεν έχει να κάνει σε τίποτε με τα κατάλοιπα της Τουρκικής κατοχής, είναι παράγωγο μιας τρισχιλιετούς δημοκρατικής αντίληψης. Απλώς, σήμερα εμφανίζεται τραυματισμένη, μια φθαρμένη πες, δημοκρατική θεωρία που, όταν θεραπευτεί, θα ξανακάνει την Ελλάδα μεγάλη.

Δεν είναι όμως μια προσπάθεια μετάθεσης ευθυνών;

Είναι. Ωστόσο, το συναίσθημα αυτό, όσο αντιπαραγωγικό θεωρείται από τους σημερινούς τεχνοκράτες, τόσο δημοκρατικό ήταν στην αρχετυπική του μορφή.

Δυσκολεύομαι να συνδέσω την έννοια της δημοκρατίας με την αντίληψη να τα περιμένουμε όλα από τους άλλους. Παρακαλώ, βοηθήστε με..

Αυτή η μετάθεση ευθυνών… θα την έλεγα καλύτερα παθητικότητα, κατά την ταπεινή μου γνώμη είναι η μεγάλη μας αρετή που κοιμάται. Πρόκειται για μια μοναδική δημοκρατική τοποθέτηση του ατόμου μέσα στο Όλον που θέτει τα ατομικά και μεταθέτει τα γενικά. Είναι κάτι σαν τις φωτοσκιάσεις του λευκού, όταν ο ήλιος πέφτει πάνω στα ασβεστωμένα εκκλησάκια του Αιγαίου. Όποιος το γνωρίζει αυτό, δεν γυρίζει ποτέ στη μιζέρια, επειδή γνώρισε την πεμπτουσία της δημοκρατίας.

Κι αυτές οι.. φωτοσκιάσεις πως εκφράζονται στη καθημερινότητα του Έλληνα;

Μα με το να μη θέλει να κάνει το σπουδαίο, να μη θέλει να είναι πρώτος, ούτε τελευταίος, ούτε κάτι.

Τον εαυτό σας που τον τοποθετείτε;

Κι εγώ θέλω να είμαι αυτό που είμαι, χωρίς διαβαθμίσεις, χωρίς ετικέτες. Μένω στο Αγρίνιο, όντας επαρχιώτης από πεποίθηση. Και μένοντας εδώ, δεν θέλω να είμαι πρώτος, δεν θέλω να είμαι κάποιος. Θέλω να παρακολουθώ το θέατρο από τον εξώστη, μόνο που ως ψηλός δυστυχώς δεν χωράνε τα πόδια μου, γιατί είναι πολύ πυκνές οι σειρές των καθισμάτων στον εξώστη του ΔηΠεΘε, και πιάνομαι…

(γέλια) Να υποθέσω μ’ αυτό ότι νιώθετε ασφυξία στο Αγρίνιο;

Το Αγρίνιο είναι πόλη χυμώδης. Διαθέτει πλούσιο συναισθηματικό υπόστρωμα, επομένως ένας άνθρωπος σαν και μένα δεν μπορεί να νιώθει τους περιορισμούς που υπονοείτε.

Εσάς πώς σας αγγίζει ο συναισθηματισμός αυτός, πώς τον αισθάνεστε;

Πριν από καιρό, έκαμα ένα χρονογράφημα για τον υποψήφιο τότε Δήμαρχο Θύμιο Σώκο κι έγινε – αυτό που λέμε – χαμός. Ήταν μια έκρηξη που με ξάφνιασε. Δεν είχα υπολογίσει το συναισθηματικό βάρος και τις συνέπειές του. Τον “Αραμπά” δεν θα μπορούσα να τον δημιουργήσω σε άλλη πόλη… Αυτός είναι ο πλούτος αυτής της πόλης, γιατί γεννάει υπέροχες παρουσίες, αλλά κι η τραγωδία της…

Αυτή η συναισθηματική δυναμική μήπως βρίσκεται σε λανθάνουσα κατάσταση; Γιατί μετά από δύο χρόνια στα “Επίκαιρα” ειλικρινά χάνω συνέχεια κομμάτια από το παζλ…

Είναι ακόμα ατεκμηρίωτη ευαισθησία. Ο ιστορικός χρόνος της πόλης είναι λίγος. Εδώ δεν έγινε ποτέ η αστική επανάσταση και τα όποια σημάδια της κατεδαφίστηκαν στην διάρκεια της μεγάλης μετοικεσίας. Το συναίσθημα δεν έχει ωριμάσει και αυτό είναι η τραγωδία της, όπως προανέφερα. Σχηματικά, θυμίζει το κρασί, είναι ακόμα στη βράση. Άμα πιεις ένα δυο ποτηράκια μούστο θα σε βαρέσει – μπαμ – στο κεφάλι. Πρέπει να περιμένουμε το χρόνο, για να παλιώσει το κρασί και μετά ν’ ανοίξουμε το βαρέλι.

Μιλήσατε για αστική επανάσταση… Το Αγρίνιο διέθετε αστική κοινωνία, έστω περιορισμένη, πού βρίσκεται σήμερα;

Αισθάνεται στη γωνία, είναι ένα συναίσθημα που πρέπει να ξεπεραστεί. Υπάρχει ακόμα υπόγεια δυσθυμία των γηγενών προς τους έποικους, είναι απλώς ένα δεμένο σκυλί που γαυγίζει. Το μόνο που καταφέρνει, είναι να δηλητηριάζει το γλέντι. Πρέπει να πω όμως ότι ήταν μεγάλη απώλεια για την κουλτούρα όλου του Νομού η διάσειση που έπαθε το αστικό στοιχείο του Αγρινίου. Δεν άντεξε την ορμητική επέλαση των χωριατών. Και γονάτισε. Χάθηκε. Ήταν καίριο πλήγμα αυτό, όμως και η έκτη μέρα της δημιουργίας…

Το “βαρέλι με το κρασί” πότε θα το ανοίξουμε;

Θέλει χρόνο. Τα παιδιά είμαι σίγουρος ότι θα το γευτούν. Τα δικά μου παιδιά, όταν μεγαλώσουν, δεν θα αισθάνονται Μυρτιώτες, όπως εγώ, αλλά Αγρινιώτες. Φροντίζω με σύνεση και γνώση να εμπλουτίσουν την ψυχούλα τους με Αγρινιώτικες εικόνες.

Για σας που ήρθατε από τη Μυρτιά, τι σημαίνει το Αγρίνιο;

Μια πόλη που αγαπώ πολύ και γι’ αυτό είμαι περισσότερο Αγρινιώτης από τους Αγρινιώτες. Είναι μια πόλη δημιούργημα των εποίκων (όπως ο Παναιτωλικός δεν ήταν ποτέ μόνο Αγρινιώτης. Ήταν της Αιτωλίας και της Ακαρνανίας). Είναι η καρδιά της Αιτωλοακαρνανίας. Εδώ συγκεντρώνεται όλο το αίμα του Νομού και ξαναταξιδεύει καθαρμένο μέχρι τα νύχια. Είναι ο τόπος που φτιάχνω τις ρίζες των παιδιών μου. Δε θα επιτρέψω σε κανέναν ανόητο να μου το χαλάσει αυτό… Αν τα καταφέρει και με διώξει από την πόλη τραυματισμένο, θα είναι σα να τοποθετεί δυναμίτη στα θεμέλιά της.

Δε διστάσατε κ. Φλωρόπουλε, να κάνετε εχθρούς, να προκαλείτε συγκρούσεις, και μία τέτοια ήταν και αυτή που είχατε πριν από μερικά χρόνια με το ΔηΠεΘε…

Δεν είχα καμία κόντρα με το ΔηΠεΘε. Το ΔηΠεΘε Αγρινίου είναι θεσμός. Γι’ αυτό και δεν παρέλειψα ποτέ να παρακολουθήσω τις παραστάσεις του.

Έστω με τον καλλιτεχνικό του διευθυντή Κώστα Φαρμασώνη. Γιατί συγκρουστήκατε;

Αιτία ήταν μια πρόσκληση να δώσω κείμενο για την τότε επιθεώρηση. Ήμουν στις πρώτες εκδόσεις του Αραμπά και πολύ ευάλωτος. Είχα πει στον κ. Φαρμασώνη ότι εγώ ήμουν απαίδευτος θεατρικά, αν είχε την διάθεση να με διδάξει, τότε θα τολμούσα να δώσω κείμενό μου. Αυτή η σταράτη εξήγηση δεν έπιασε τόπο. Άρχισε να κυκλοφορεί στην πιάτσα το ένα και το άλλο. Στο πρόσωπό μου φωτογραφήθηκε ραδιοφωνικά η ανικανότητα του ντόπιου δυναμικού να παράγει καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Αποδόθηκε έπαρση. Αισθάνθηκα βαθύτατα προσβεβλημένος, αισθάνθηκα ότι χρησιμοποιήθηκα σε μια προαποφασισμένη απόρριψή μου. Ύστερα ανέβηκε η επιθεώρηση. Έκαμα κριτική. Κατηγορήθηκα από το ραδιόφωνο και τον Τύπο ότι υπονόμευσα το θεσμό, ότι είχα ταπεινά ελατήρια και τα έγραψα αυτά, επειδή δεν ανέβηκε το νούμερό μου. Ούτε στο σακί, δηλαδή, ούτε στο σακούλι. Η κριτική μου όμως επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά από τους “Ωτοβλεψίες¨των Νέων. Τότε σώπασαν όλοι. Η κόντρα όμως έμεινε. Ειπώθηκαν σκληρά πράγματα.

Οι σχέσεις σας όμως τώρα έχουν αποκατασταθεί.

Ναι, ο κ. Φαρμασώνης, λειτουργώντας λυτρωτικά, με κάλεσε στο Γραφείο του, ενόψει της νέας επιθεώρησης. Ήταν φιλικός, ειλικρινής, ανοιχτός και με διάθεση να τα πούμε όλα. Τα είπαμε σε δύο πολύωρες συναντήσεις. Δόθηκαν αμοιβαίες εξηγήσεις και η παρεξήγηση τελείωσε, όχι όμως δυστυχώς και με μερικούς άλλους, που από τότε δεν λέμε “καλημέρα” ή την λέμε μισή. Αυτό μου είναι ακόμα πρόβλημα. Έχω εσωτερική ανάγκη να διακοινώσω αυτή την αποκατάσταση της αντιπαράθεσης που ονόμασα “σύγκρουση δύο ευαισθησιών”, επειδή έγινε δημόσιο θέμα πριν πέντε χρόνια και αποδεικνύεται σήμερα ότι δεν ήταν συμφεροντολογικά τα κίνητρα κανενός.

Υπάρχει η εντύπωση ότι οι ντόπιοι συγγραφείς είναι “κομμένοι” από το ΔηΠεΘε. Είναι έτσι; Δεν είναι άξιοι λόγου;

Η εμφάνιση ενός νέου συγγραφέα στο ΔηΠεΘε πρέπει να συνοδεύεται από μια εγγύηση στην επιτυχία. Η υποδοχή όμως από το κοινό είναι ακριβώς ίδια, εισπράττει το ίδιο χειροκρότημα και η καλή και η κακή δουλειά. Αγιοποιείται, επειδή είναι δικός μας. Λείπει η αρετή της διάκρισης που λέει ο Γιάννης Υφαντής, το ωραίο τοποθετείται δίπλα – δίπλα με το άσχημο, όπως μας έμαθε η τηλεόραση. Όταν είναι εγγυημένη η αποτυχία, τότε μπορεί να έρθει η επιτυχία και φυσικά η συνέχεια. Αλλιώς, ό,τι και να ’ρθει, δεν αξίζει πεντάρα.

Εσείς προσωπικά θα θέλατε να δοκιμάσετε τις δυνάμεις σας;

Θέλω πάρα πολύ να βρεθώ μπροστά στον κόσμο και να πιαστώ μέση με μέση μαζί του. Να μην του χαριστώ. Να μη μου χαριστεί. Να τον ρίξω ή να με ρίξει. Δεν αντέχω τη φάβα. Κι αν ζητώ ευκαιρίες για τους ντόπιους συγγραφείς, είναι γιατί θέλω να διαλυθούν οι αυταπάτες, να βρεθούμε αντιμέτωποι με το μύθο και να τον κατακτήσουμε ή να μας λιώσει.

Να περάσουμε σ’ ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ζωής σας, τον “Αραμπά”. Και ν’ αφήσουμε το παρελθόν, να μιλήσουμε για το μέλλον του.

Ο “Αραμπάς” από το πεντηκοστό πρώτο τεύχος περνάει στην πέμπτη περίοδό του. Στα πεντέμισι χρόνια της κυκλοφορίας του μεταμορφώθηκε πολλές φορές, άλλαξε σχήματα και μορφές. Τώρα θα γίνει ένα νέο ξεκίνημα. Στον νέο “Αραμπά” δε θα υπάρχουν συνεργάτες, γιατί θέλω έτσι να καταθέσω μια “διαμαρτυρία” κατ’ αγνώστων, αφού το περιοδικό οφείλει να πληρώνει τους συνεργάτες του κι ο “Αραμπάς” δεν μπορεί. Μπορεί να θεωρηθεί ακραίο, αλλά θέλω να το καταθέσω για να ενοχοποιώ το κοινό, που αρέσκεται στην λαθρανάγνωση και την αρπαγή των εντύπων από τις εισόδους των πολυκατοικιών, με αποτέλεσμα να μη μπορούν να εισπράξουν καμία συνδρομή.

Η θεματολογία του θ’ αλλάξει;

Μια μετάλλαξη θα γίνει. Θα καλύπτει ένα χώρο που τ’ άλλα περιοδικά, λόγω φυσιολογίας τον αφήνουν ανέγγιχτο. Είναι ένας χώρος χώρος που κινείται μόνο η δική μου ματιά, δεν υπάγεται σε καμιά συνταγή, βρίσκεται εντελώς εκτός συναγωνισμού και ανταγωνισμού. Θα συντάσσεται αποκλειστικά από μένα και θ’ απευθύνεται στους συνειδητοποιημένους αναγνώστες, αυτούς που χαίρονται να με διαβάζουν και πληρώνουν γι’ αυτό το αντίτιμο στο βιβλιοπωλείο ή στο περίπτερο. Η λαθρανάγνωση με κούρασε.

Αισθάνεστε να έχετε αποτύχει;

Στο Αγρίνιο έκαμα ένα επίτευγμα και δέκα αποτυχίες. Οι αποτυχίες αυτές είναι τίτλοι τιμής για μένα, αλλά ο απολογισμός δεν είναι καλός. Για τις αποτυχίες αυτές θα μιλήσω κάποτε. Αυτό που μπορώ να πω τώρα είναι τούτο: Τα επιτεύγματα είναι πάντα προϊόντα του αισθήματος και οι αποτυχίες είναι πάντα προϊόντα της λογικής.

Έχω την αίσθηση ότι η πλειοψηφία του κόσμου, των “πελατών” μας σε τελική ανάλυση, δε δείχνει να μας έχει και ιδιαίτερη ανάγκη…

Κουβαλά με ακόμη την νοοτροπία του κολίγα, τα νέα μεταδίδονται από στόμα σε στόμα, οι εκδηλώσεις με την ντουντούκα του Ζάχου, τι χρειάζονται οι εφημερίδες; Μπορεί να μην έχουμε τσιφλίκια, έχουμε όμως κολίγες που συναλλάσσονται σε είδος. Αν κάποιος βάλει διαφήμιση στο ραδιόφωνο ή εγγραφεί συνδρομητής στο περιοδικό σου, πρέπει να ψωνίζεις από το μαγαζί του. Είναι ακατανόητο και απαράδεκτο το γεγονός ότι δεν μπορείς να ψωνίσεις σε όλα τα μαγαζιά ή να πάρεις διαφήμιση χωρίς την υποχρέωση να γίνεις πελάτης τους.

Τι νομίζετε ότι λείπει από τον Τοπικό Τύπο;

Η πολιτική σκέψη. Παρακολουθείστε το ενδιαφέρον που προκαλούν οι εφημερίδες. Ανάλογα την πολιτικότητα που διαθέτουν, έχουν έρεισμα στο λαό. Για παράδειγμα ο “Μαχητής”. Ο κόσμος διαβάζει το τακτικό άρθρο του Νίκου Κανή, διαφωνώντας ή συμφωνώντας από τις πρώτες σελίδες. Αυτό κρατάνε από τον “Μαχητή”, επειδή “κατεβάζει” άποψη, θέση. Γι’ αυτό ο φίλος μου ο Νίκος πρέπει να γίνει πιο πολιτικός. Δεν έχει συνειδητοποιήσει τη δύναμή του στο άρθρο αυτό κι έτσι παρασύρεται καμιά φορά στο μηδενισμό.

Ο “Αραμπάς” είναι πολιτικό έντυπο;

Κατ’ εξοχήν πολιτικό. Η πολιτική σκέψη φωτίζει την αρθρογραφία του, τη σάτιρά του, τη λογοτεχνία του. Γι’ αυτό βρίσκει αυτή την απήχηση στον ανώνυμο πολίτη.

Το Αγρίνιο, μια πόλη ογδόντα χιλιάδων περίπου κατοίκων, και να μην έχει μια εφημερίδα να στέκεται, και να μη μπορεί να συντηρήσει ένα περιοδικό…

Η μόνη λύση είναι η συνεργασία όλων των δημοσιογράφων για την έκδοση μιας μεγάλης εφημερίδας που θα λειτουργούσε ως Δημοσιογραφική Σχολή. Έχω αποκάμει να το φωνάζω. “Πήγε το στόμα μου στ’ αυτί” που λένε. Δυστυχώς, υπάρχει μεταξύ δεκαπέντε ανθρώπων μια ολοκληρωτική απουσία επικοινωνίας. Υπάρχει κοντόφθαλμη πολιτική εκτίμηση, απουσία καθολικής αντίληψης για τα δρώμενα του τόπου. Και σε δεύτερη σειρά υπάρχει ο εγωισμός, ο φθόνος και η εμπάθεια. Ο μικρόκοσμος, γαμώτο! Εμείς τώρα έχουμε τραυματισθεί. Και δεν ξέρουμε ακόμα πως δια-λέγονται οι άνθρωποι. Μια ημερήσια εφημερίδα 5.000 φύλλων κυκλοφορίας στο περίπτερο και είκοσι δημοσιογράφων θα έφερνε στο προσκήνιο αυτόν τον υπόγειο κι όμως ανέκφραστο ποταμό των ιδεών και των δράσεων. Θα εμφάνιζε το ΑΛΛΟ Αγρίνιο, που υπάρχει, και θα έτριβαν όλοι τα μάτια τους.

Ν’ αλλάξουμε ύφος κ. Φλωρόπουλε, να …τρυφερέψουμε, όπως λέτε κι εσείς… Γ’ αυτό ας μιλήσουμε περί έρωτος ή ομορφιάς αν θέλετε…

Η σωματική ομορφιά, η ομορφιά του προσώπου, είναι παγίδα και απωθεί την εσωτερικότητα. Λειτουργεί σαν αόρατος τοίχος ανάμεσα στους ανθρώπους, ακριβώς επειδή ελκύει, επειδή γοητεύει το πλήθος και όχι τις εκλεκτές ψυχές. Στήνει ορθή την ελαφρότητα, την επιφάνεια και οι αισθήσεις μπουκώνουν. Ο ερωτισμός εξοστρακίζεται και μένει μόνο το σεξ. Αλλ’ αυτό δεν έχει καμία λυτρωτική ιδιότητα, μαραίνεται γρήγορα, είναι μόνο γυμναστική των ερωτικών ζωνών. Και καταστρέφει κάθε τοπίο που επισκέπτεται. Βλέπετε αυτές τις κουκλάρες με τα κομπινεζόν στην TV; Αυτούς τους κούκλους με τις κορμάρες; Λοιπόν; Δε μοιάζουν ανέραστοι; Παγοκολώνες; Αυτό που δεν ξέρουν, είναι ότι ο έρως είναι ανάμνηση του ενιαίου όντος. Ιδίως για τις γυναίκες η ομορφιά είναι η μεγαλύτερη ψευδαίσθηση. Ο Όμηρος έκαμε μεγάλο… λάθος! Έβγαλε μόνο τον Οδυσσέα μπερμπάντη, ενώ την Πηνελόπη την απαθανάτισε ως πιστή. Θα μπορούσε η ίδια η Πηνελόπη να είναι γεροντοκόρη για είκοσι χρόνια και να είναι γυναίκα ενός φλογερού Οδυσσέα;

Είστε παντρεμένος πολλά χρόνια. Τι κάνει πετυχημένο έναν γάμο;

Ο γάμος γίνεται υπό το καθεστώς της εξωτερικής γοητείας και, μετά, όταν αποκαλύπτεται αναπόφευκτα η εσωτερική αλήθεια, είναι αργά να λυθούν τα δράματα, ιδίως όταν στην μέση προκύπτουν αθώες ψυχές. Είμαι δώδεκα χρόνια με τη γυναίκα μου. Θα είχαμε χωρίσει στον πρώτο χρόνο της συμβίωσής μας, εάν δεν την γοήτευαν τα ποιήματά μου, τότε που ξεπέρασε την γοητεία των ματιών μου. Γιατί νομίζετε γράφω ποιήματα; για τους κριτικούς; Τι να τους κάμω τους κριτικούς; Για την γυναίκα μου τα γράφω.

Είστε πιστός σύζυγος;

Α,ναι! Αγαπώ, λατρεύω τις γυναίκες, αλλά είμαι πιστός στη Βάσω, η οποία κάθε πρωί με ξαναδιαλέγει εραστή της για μια μέρα μόνο…

Δεν είστε συνηθισμένος άνθρωπος, κ. Φλωρόπουλε. Παραξενιές έχετε;

Δεν ξέρω πως το εννοείτε το “συνηθισμένος”, αλλά παραξενιές έχω πολλές. Για παράδειγμα, από Άνοιξη μέχρι Φθινόπωρο δε φοράω ποτέ παπούτσια. Μόνο πέδιλα. Φόρεσα γραβάτα δέκα φορές στη ζωή μου, μ’ αρέσει να φοράω το πουκάμισο ανοιχτό για ν’ αερίζεται το στήθος μου. Το σπίτι μου είναι ορθάνοιχτο ακόμα και στις μεγαλύτερες παγωνιές. Προτού τελειώσω ένα γραφτό, απαγορεύεται να το δει ακόμα κι η γυναίκα μου, αν το δει, θα το σχίσω.

Όνειρα βλέπετε;

Βλέπω προφητικά όνειρα για γεγονότα που γίνονται στον κόσμο, στην Κορέα, την Σιβηρία, την Ινδία. Δεν ξέρω τι μου συμβαίνει…

Και τα όνειρα που κάνετε μ’ ανοιχτά μάτια…

Κοινά φαντάζομαι με όλων των ανθρώπων… Ωστόσο,και κάτι περισσότερο. Ονειρεύομαι το μυθιστόρημα, την ωραία ποιητική συλλογή που δεν έγραψα, το θεατρικό έργο που δεν ανέβασα, το βιβλίο που δεν έγινε ανάρπαστο στα βιβλιοπωλεία…



Είπαν γι’ αυτόν…

“Ο Παντελής είναι ειλικρινής φίλος είκοσι τέσσερα χρόνια. Δημιουργός ασυμβίβαστος και ανιδιοτελής. Η προσφορά του είναι σημαντικότατη και ξεπερνά τους ορίζοντες της Ελληνικής επαρχίας. Θεωρώ ότι αδικεί τον εαυτό του και το έργο του με την εμμονή του να μην προβάλλει τις δημιουργίες του. Είμαι σίγουρος ότι σύντομα θα τύχει της αναγνώρισης που αξίζει. Του εύχομαι να συνεχίσει το δημιουργικό του έργο”.
Θύμιος Σώκος
Δήμαρχος Αγρινίου


“Θυμάμαι τον Παντελή, ήσυχο και ευγενικό, στο διπλανό θρανίο. Τον θυμάμαι να πλέει στο χωριάτικο παλτό του και να νιώθει ξένος προς την ατμόσφαιρα αθηναϊκής, λογοτεχνικής εκδήλωσης, στην οποία τιμητικώς είχαμε προσκληθεί. Τον θυμάμαι να δοξολογεί την γενέτειρα Μυρτιά του. Και τον βλέπω να τιμά εμπράκτως τον τόπο του με την εύχυμη και ζωοποιό παρουσία του. Ο Παντελής Φλωρόπουλος είναι ποιητής. Όχι επειδή γράφει,αλλά διότι ζει όπως – εξαίσια – γράφει…”
Γιάννης Τριάντης
Δημοσιογράφος


“Ο Παντελής Φλωρόπουλος είναι ένα παθιασμένο παιδί της Αιτωλοακαρνανίας. Διαθέτει ευαισθησία και Ελληνικότητα. Με εφηβική δίψα αναζητεί σεμνά αλλά επίμονα τα κανάλια της επικοινωνίας του με τους συνανθρώπους του, μέσα σε μια καθόλου προνομιούχα περιοχή. Έχει τις δυνάμεις να υπερβαίνει καθημερινά τη νάρκωση που πάνε να μας επιβάλλουν. Του εύχομαι καλή δύναμη”.
Κώστας Ν. Φαρμασώνης
Καλλιτεχνικός Διευθυντής ΔηΠεΘε Αγρινίου


“Νομίζω πως ο φίλος Φλωρόπουλος είναι ένας ευαίσθητος και ανήσυχος άνθρωπος γενικότερα για τα πνευματικά του τόπου μας και ειδικότερα για τα πνευματικά ζητήματα του Νομού μας. Απόδειξη και το περιοδικό που βγάζει ο “Αραμπάς”, που σατιρίζει έξυπνα και με χιούμορ τα κακώς κείμενα της περιοχής μας. Η ευαισθησία του όμως δεν εξαντλείται με το περιοδικό του, αλλά και με δύο βιβλία που έχει βγάλει ως τώρα. Εύχομαι και ς’ αυτόν και στην ποίησή του και στον “Αραμπά” του καλή δύναμη, κουράγιο και εμπνεύσεις”.
Μήτσος Κασόλας
Συγγραφέας


Ο Παντολέων Φλωρόπουλος είναι ο ποιητής της δημοσιογραφίας, η σημαντικότερη φωνή της στην περιφέρεια. Ο “Αραμπάς” αποτελεί τιμή για την δημοσιογραφία σε πανελλαδική κλίμακα. Είναι άνθρωπος ιδιαίτερα σεμνός, ευαίσθητος, τρυφερός προς τους γύρω του, οραματιστής,άνθρωπος που ανήκει δικαιωματικά στον κόσμο των ιδεών. Μετά και την νέα του ποιητική δημιουργία το “άγος”, έχει καθίσει πιο ψηλά από το πρώτο σκαλί στον κόσμο των ιδεών. Πιστεύω ότι ως άνθρωπος και ως δημιουργός είναι κόσμημα για την πόλη του Αγρινίου και την ευρύτερη περιοχή. Ελπίζω να κάνει το λάθος να παραμείνει για πάντα και να δημιουργεί σ’ αυτή την πόλη. Είναι άνθρωπος που αγαπάει τον άνθρωπο και του αξίζει η αγάπη όλων μας”.
Ιωάννης Τόλης
Διευθυντής Ενιαίου Πολυκλαδικού Λυκείου Αγρινίου

Γράψε ένα σχόλιο...

Scroll to Top