Η αίσθηση ότι η χώρα πάει για εκλογές γίνεται ολοένα και πιο έντονη. Η αίσθηση ότι οι εκλογές δεν θα είναι την άνοιξη του 2023, επίσης.
Πολύς λόγος γίνεται για τον εκλογικό νόμο.
Ο πολιτικός επιστήμονας και διευθυντής της Public Issue Γιάννης Μαυρής λέει ότι για να σχηματιστεί αυτοδύναμη κυβέρνηση με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, το πρώτο κόμμα χρειάζεται 44% υπό τον όρο ότι στη Βουλή θα μπουν μόνο πέντε κόμματα. Αν τυχόν μπουν περισσότερα, θα χρειαστεί ποσοστό μεγαλύτερο από 47%. Άρα ο σχηματισμός μονοκομματικής κυβέρνησης είναι ανέφικτος. Θα ήταν τρελό να σκεφτείς ότι, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε αυτόν τον Νόμο, θα πίστευε κάτι τέτοιο. Είχε από τότε κατά νου να θέσει υπό την ηγεσία του τις υπόλοιπες “προοδευτικές δυνάμεις” του τόπου, μηδέ εξαιρουμένου του ΚΚΕ.
Λοιπόν, είναι βέβαιο ότι μετά τις εκλογές που θα γίνουν, όποιο μήνα γίνουν (εντός του 2022 ή εντός των πρώτων μηνών του 2023) θα γίνει δεύτερο τζέρτζελο μέσα σ’ ένα μήνα. Αυτές οι δεύτερες εκλογές θα γίνουν με τον εκλογικό νόμο που ψήφισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Με βάση τον οποίο, για να γίνει αυτοδύναμη κυβέρνηση, το πρώτο κόμμα θα χρειαστεί κάπου 37% – 38%, σύμφωνα πάντα με τον Γιάννη Μαυρή.
Η Νέα Δημοκρατία, υποψήφια για την πρωτιά βάσει δημοσκοπήσεων, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θ’ αναρριχηθεί σ’ αυτό το ποσοστό, καθώς στις δημοσκοπήσεις καταγράφει φθορά σε σχέση με τα ποσοστά που την έκαμαν κυβέρνηση.
Όποια αποτελέσματα και αν έχουμε στην δεύτερη εκλογική διαδικασία, ένα είναι βέβαιο: Είναι αδύνατο να σχηματιστεί κυβέρνηση με κορμό οποιοδήποτε κόμμα της σημερινής αντιπολίτευσης, χωρίς την συμμετοχή του πρώτου κόμματος.
Άρα οι ρητορείες του ΣΥΡΙΖΑ για “προοδευτική κυβέρνηση” είναι, απλά, πομφόλυγες.
Ψηφίζοντας τότε αυτόν τον Νόμο, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε άδηλο στόχο να βάλει τρικλοποδιά στην μελλοντική κυβέρνηση. Είναι το άκρον άωτον της λογικής των λεγόμενων “μπαχαλάκηδων”.
Αλλ’ αυτό συνιστά πολιτική δολιότητα, η οποία δεν διαφέρει από μια χοντροειδή απρέπεια σε βάρος του λαού και, φυσικά, σε βάρος της Δημοκρατίας.
Πρόσφατα ο πρωθυπουργός έκαμε λόγο για ανάγκη κυβερνήσεων συνεργασίας. Είδε μάλλον “τα δεινά”, δεν εξηγείται αλλιώς.
Αλλά… ποια κυβέρνηση συνεργασίας.
Λυπούμαι να πω ότι οι εκλογές που θα γίνουν (εντός του 2022 ή του 2023) θα γίνουν η απαρχή μακρόχρονης πολιτικής αστάθειας, την οποία – πάλι – θα πληρώσει ο λαός, ειδικά δε, η Αγορά. Κι ακόμα πιο ειδικά, η μικρή και η μικρομεσαία επιχείρηση.
Είναι αυτό που λένε… “δεν υπάρχει σωτηρία”!
Θα υπήρχε, αν…
Θα υπήρχε σωτηρία, αν ψηφιζόταν ένας πάγιος εκλογικός νόμος ο οποίος να είχε μία και μόνο μία διάταξη: Να παίρνει 151 έδρες το πρώτο κόμμα, όποιο κι αν είναι, όποιο ποσοστό και αν πάρει στις εκλογές.
Τα υπόλοιπα συστήματα και παρασυστήματα στα οποία επιδίδεται κάθε κόμμα που θα πάρει την εξουσία, είναι σκέτα μαγειρέματα για το πώς θα καπελώσουν τη Δημοκρατία. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρώτος νόμος κάθε νέας κυβέρνησης είναι ν’ αλλάξει τον εκλογικό νόμο, να τον μαγειρέψει στα μέτρα της, να εξυπηρετήσει τα στενοπρόθεσμα και τα μακροπρόθεσμα κομματικά της συμφέροντα.
Η αναλογική έκφραση των πολιτικών δυνάμεων στη Βουλή και στην κυβέρνηση στην οποία ομνύουν οι “προοδευτικές δυνάμεις”, είναι μια σκέτη κοροϊδία, για να μην πω μαζική απάτη.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη καταστολή των δημιουργικών δυνάμεων του τόπου από τις “κυβερνήσεις συνεργασίας”, ούτε μεγαλύτερος τάφος της Δημοκρατίας από αυτόν τον λαϊκισμό.
Δεν έχει ευρύτερη σημασία και δεν πειράζει, αλλά θα σημειώσω την άποψή μου: Τάσσομαι υπέρ της ιδέας να παίρνει το πρώτο κόμμα 151 έδρες και να ξεμπερδεύουμε μια και καλή. Έχουμε και δουλειές, κοπρίτες…