Μπήκαμε στη ζώνη του λυκόφωτος

Η άλλη – πώς να την πεις κιόλας – ιδιοκτήτρια καταστήματος, βγαίνει και κατηγορεί τις τοπικές εφημερίδες για κάτι “εγκληματικό” που έγραψαν, λέει, δεν έχει σημασία τι.

Μπαίνεις στον κόπο, μέσω messenger, να την ρωτήσεις “σε ποια τοπική εφημερίδα το είδες αυτό γραμμένο;”…

Και σου απαντά: “Το είδα γραμμένο στο τάδε και το τάδε site”.

Μα, της λες, “το τοπικό site ΔΕΝ είναι τοπική εφημερίδα. Άλλο το ένα και άλλο το άλλο”.

Γι’ αυτήν την ιδιοκτήτρια καταστήματος στο Αγρίνιο (και για τον περισσότερο κόσμο) το τοπικό site και η τοπική εφημερίδα ΔΕΝ έχουν καμία διαφορά.

Γι’ αυτήν (και για τον περισσότερο κόσμο, επιμένω) ΟΛΑ είναι κατάπτυστη δημοσιογραφία, ακόμα και όταν αυτό που διάβασε στο διαδίκτυο, ΔΕΝ παράγεται από δημοσιογράφους, αλλά από (άλλες) κοκότες του είδους της.

Ότι – έχοντας αναφαίρετο δικαίωμα δημόσιου λόγου – συκοφάντησε η κυρία εν αδίκω τις τοπικές εφημερίδες στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, δε μετράει καθόλου.

Ότι αυτό το πράμα το διαβάζεις εκατό φορές κάθε μέρα από εκατό διαφορετικές αρσενικές και θηλυκές κοκότες, θα έπρεπε, λέει, να το καταπίνεις, να μην αντιδράς… γιατί ο κόσμος έχει δίκιο…

Αν εγώ, ως δημοσιογράφος, συκοφαντήσω κάποιον ιδιοκτήτη καταστήματος από τον προσωπικό μου λογαριασμό στο facebook (και όχι από την εφημερίδα μου) θα καταλήξω πίσω απ’ τα σίδερα, θα κλείσει και η εφημερίδα μου, επειδή απορρέει από κάποιον που διέπραξε ασυγχώρητη παραβίαση της δημοσιογραφικής δεοντολογίας.

Ότι αυτό συνιστά μια τεράστια διαφορά ανάμεσα σ’ εμένα και σ’ εκείνη την κυρία που σπέρνει την χολή της ατιμώρητη, δεν είναι διακριτό σε κανέναν.

Αν, για παράδειγμα, συκοφαντήσω το δικό της μαγαζί, “κούνια που με κούναγε”… Θα περάσω όλη την υπόλοιπη ζωή μου στα Δικαστήρια, θα χάσω ό,τι έχω και δεν έχω.

Για την κυρία που – τόσο ελαφρόμυαλα – συκοφαντεί μια τοπική εφημερίδα, “δεν τρέχει κάστανο”.

Είναι διασταυρωμένα βέβαιο, ότι πολλοί πίστεψαν τα λόγια της: Οι τοπικές εφημερίδες έκαμαν πράγματι αυτό το αποτρόπαιο πράμα… Ότι άλλοι τόσοι απέστρεψαν το πρόσωπό τους από την τοπική εφημερίδα, στερώντας της πωλήσεις, δεν έχει καμία επίπτωση για την κυρία που “την πνίγει το δίκιο”…

Σήμερα, όντως, μπορείς να πατήσεις κάτω μια εφημερίδα, όπως πατάς ένα μυρμήγκι.

Ότι αυτό που έγραψε στο facebook η κυρία, μπορεί να στέρησε οξυγόνο επιβίωσης της τοπικής εφημερίδας, ότι την έθαψε ζωντανή, εν αδίκω πάντα, δεν το λογαριάζει, ούτε αυτή, ούτε κανείς άλλος. Συμπεριφέρονται όλοι σα να είναι το πιο φυσικό πράμα του κόσμου…. Το απολαμβάνουν κιόλας…

Ότι ένα νοικοκυριό που μέσα σ’ αυτές τις προβληματικές συνθήκες “κρέμεται από μία κλωστή”, άρα μπορεί να μείνει άστεγο στο δρόμο, χάνοντας εξ αιτίας της κυρίας την τίμια δουλειά του, δεν της προκαλεί καμία ταραχή.

Ξέρεις, κυρά κοκότα μου, δεν είχα ποτέ πρόβλημα να υποστώ τις συνέπειες των λαθών μου, πολλώ δε μάλλον των εγκλημάτων μου. Εν γνώσει μου μιλώ σε πρώτο ενικό. Αλλά να χάνομαι από μια άτοπη συκοφαντία που διατυπώνεις δημόσια (την οποία και πιστεύουν άκριτα οι άλλοι) ναι, έχω πρόβλημα. Υπαρξιακό πρόβλημα, που, όπως έχουν τα πράγματα, δεν λύνεται, εκτός και αν σου ανταποδώσω τα ίσα.

Εγώ πάντως περιορίζομαι να σε στολίσω με κάνα δυο επίθετα, δεν θα μπω στον πειρασμό να συκοφαντήσω ενώπιον του κοινού το δικό σου μαγαζί, γιατί, παρ’ όλ’ αυτά, σέβομαι την οικογένεια που θρέφεις από αυτήν, δε μπορώ να βουτήξω σα γουρούνι στη λάσπη σου…

Δεν μου διαφεύγει ωστόσο ότι, έτσι (με αυτό που έγραψες ΚΑΙ αυτό που, κατ’ ανάγκην, γράφω) φτάνουμε αναπόφευκτα στην αγριότητα της ζούγκλας. Στην οποία με έσυρες τώρα, αναγκάζοντάς με να γράψω αυτά τα θλιβερά πράματα.

Μιλώ για την ανθρωποφαγία που έκαμες (και, τι άλλο να έκανα… κάνω τώρα κι εγώ) φόρα παρτίδα, στο facebook.

Δεν έχει νόημα να κάνω καμία έκκληση προς κανέναν, για τίποτα. Κρατήστε όμως (όποιος θέλει) ότι έχουμε ήδη μπει στη ζώνη του λυκόφωτος. Ούτε που ξέρω πώς θα βγούμε από αυτήν…

Γράψε ένα σχόλιο...

Scroll to Top