Σέβομαι άνευ όρων τον Θεό που πιστεύουν εκατομμύρια άνθρωποι γύρω μου.
Ακόμα κι ένας να τον πίστευε, θα τον σεβόμουν.
Κι ας μην είναι ο Θεός μου.
Όταν μπαίνω σε Εκκλησία ή σε μοναστήρι, απαιτώ από τον εαυτό μου να τηρεί ευλαβικά όλους τους κανόνες (αυτονόητους και μη) που θα μου υποδείξει (ακόμα και θα μου υποβάλλει) ο παπάς. Μπαίνω στο βασίλειό του. Έχει δικαίωμα.
Σέβομαι άνευ όρων κάθε Θεό που επινόησαν οι λαοί στους αιώνες για να τους παρηγορεί στα σκοτάδια τους. Όποιος λαός, σ’ Ανατολή και Δύση.
Ακόμα κι ένας άνθρωπος να τον είχε επινοήσει, θα τον σεβόμουν.
Κι ας μην είναι ο Θεός μου.
Αν ήμουν υπουργός και πήγαινα επίσημη επίσκεψη στο Ισραήλ, ευχαρίστως θα φορούσα το κιπά, για να τιμήσω εκείνον που με φιλοξενεί.
Κι ας μην είμαι Εβραίος.
Το ίδιο θα έκανα, εάν έμπαινα σ’ ένα τζαμί. Θα έβγαζα τα παπούτσια μου στην είσοδο, θα έκανα κάθε τι για να τιμήσω εκείνον που με φιλοξενεί.
Κι ας μην είμαι μουσουλμάνος.
Τίποτε από αυτά δεν σημαίνει ότι απεμπολώ την δική μου πεποίθηση, την Ελευθερία μου, πολλώ δε μάλλον την ταυτότητα του Γραικού που βρίσκεται καθ’ οδόν για να γίνει Έλληνας.
Σέβομαι άνευ όρων τις πολιτικές πεποιθήσεις των συμπολιτών μου, δεξιές ή αριστερές. Και τα παρακλάδια τους.
Αν ήμουν βουλευτής, στο Καφενείο της Βουλής θα καθόμουν σεβαστικά με όλους τους βουλευτές όλων των κομμάτων, από τους βουλευτές του ΚΚΕ μέχρι τους βουλευτές της Χρυσής Αυγής.
Κι ας μην είμαι ούτε εθνικόφρων, ούτε κομμουνιστής.
Αφού τους έστειλε ο λαός εκεί, θ’ απαγόρευα στον εαυτό μου να του πέφτει λόγος.
Στη Βουλή σέβεσαι τον λαό και τις Κοινότητες του λαού, δεν έχει σημασία πόσο διαφωνείς με τον εκπρόσωπο της μίας ή της άλλης Κοινότητας. Κάθεσαι στο ίδιο τραπέζι μαζί του, αυτό το όρισε ο λαός, όχι εσύ, άρα οφείλεις να το σεβαστείς.
Ο δικός μου πολιτικός λόγος θ’ άρχιζε και θα τελείωνε στην έδρα. Μιλώντας όμως από την έδρα και απευθυνόμενος διά του λόγου στο λαό, θα δεινοπαθούσαν από τα επιχειρήματά μου οι μεν και οι δε.
Η δική μου πράξη θ’ αποτυπωνόταν στην καθημερινή μου ζωή. Στην άρνηση του πλούτου και στην αξιοπρέπεια της πενίας.
Σέβομαι άνευ όρων κάθε αντίπαλη Ομάδα του Παναιτωλικού, τον οποίο – σεβόμενος την πόλη μου – αγαπώ.
Είχα στενοχωρηθεί πολύ, όταν ήρθε στο Αγρίνιο εναντίον του Παναιτωλικού ο μάγος Τζιοβάνι (με τον Εθνικό Πειραιώς, λίγο πριν κρεμάσει τα παπούτσια του) και οι συμπολίτες μου τον γιούχαραν. Ήταν τιμή μου να δω τον (αντίπαλο) Τζιοβάνι να παίζει εναντίον του αγαπημένου μου Παναιτωλικού. Φρονώ πως ήταν τιμή και για τον Παναιτωλικό.
Σέβομαι άνευ όρων τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, όποιο χρώμα κι αν έχει το δέρμα τους, όποιο Θεό κι αν πιστεύουν. Μακάρι να ήμουνα Θεός και να έκανα γι’ αυτούς ό,τι δεν κάνει ο δικός τους.
Σέβομαι άνευ όρων τους ομοφυλόφιλους, είτε αυτό αφορά την ελεύθερη ερωτική επιλογή του ατόμου, είτε αφορά την κατάφωρη αδικία της Φύσης.
Ποιος είπε ότι ο Θεός έπλασε μόνο το αρσενικό και το θηλυκό;
Εκτός από τη Γένεση, κανείς.
Από ποιον Θεό πλάστηκαν άραγε οι αμοιβάδες που αυτοαναπαράγονται;
Φυσικά πλάσματα είναι κι αυτά.
Όπως και νά ’χει, εγώ θα τους σεβόμουν το ίδιο, ακόμα κι αν δεν τους είχε πλάσει ο Θεός.
Ο δικός μου ή ο δικός τους, αδιάφορο.
Σέβομαι άνευ όρων όποιον διαφωνεί μαζί μου ή αδιαφορεί για το δημοσιογραφικό και το λογοτεχνικό μου έργο.
Ακόμα κι όλοι αν διαφωνούσαν μ’ αυτό, ακόμα κι αν όλοι αδιαφορούσαν για μένα, εγώ θα τους σεβόμουν.
Κανέναν από τους παραπάνω δεν θα πρόσβαλα ποτέ.
Σέβομαι τις μειονότητες, όλες τις μειονότητες, φυλετικές, θρησκευτικές, πολιτικές, γλωσσικές, όλες. Τις σέβομαι γιατί εγώ δεν ανήκα ποτέ στην πλειοψηφία, ούτε σ’ εκείνη που κυβερνούσε, ούτε σ’ εκείνη που διεκδικούσε την εξουσία.
Σέβομαι τις μειονότητες, επειδή ανήκω κι εγώ σε μία μειονότητα:
Ανήκω στη μειονότητα των ανθρώπων που δεν είναι απόγονοι του Αδάμ και της Εύας, αλλά του αρχαιότερου, του πανάρχαιου Δευκαλίωνα και της αρχαιότερης, της πανάρχαιας Πύρρας.
Η δική μου μειονότητα βρίσκεται υπό διωγμόν εδώ και χιλιάδες χρόνια, υφίσταται διωγμό μεγαλύτερο εκείνου που υφίστανται όλες οι άλλες μειονότητες, ναι, αυτές που με ξεκουφαίνουν κάθε μέρα με τις οιμωγές τους.
Χειρότερο κι από τις διακρίσεις που υφίστανται οι εν λόγω μειονότητες, είναι ότι την δική μου μειονότητα δεν την αναγνωρίζει κανείς, δεν τη βλέπει, κανείς δεν ακούει το λόγο μας, δεν πιστεύει καν ότι ζούμε και μάλιστα χωρίς να έχουμε τα δικαιώματα που λίγο ή πολύ έχει κάθε άλλη μειονότητα στον πλανήτη.
Ως μέλος αυτής της προαδαμιαίας μειονότητας έχω περάσει τα πάνδεινα.
Δεν παραπονέθηκα όμως ποτέ σε κανέναν.
Δεν διεκδίκησα τα δικαιώματά μου.
Περιμένω να τα δει κάποτε ο κόσμος, όταν μπορέσει, όταν το θελήσει ο ίδιος, όταν έρθει η ώρα.
Η ώρα του ή η ώρα μου, αδιάφορο.
Εγώ λοιπόν που σέβομαι όλους όσους ανέφερα παραπάνω κι ας ΜΗ με σέβεται κανείς από αυτούς, επιτρέπω στον εαυτό μου να διαολίζεται καμιά φορά.
Μόνο σε μία περίπτωση επιτρέπω να γίνει:
Όταν βλέπω τη μία ή την άλλη μειονότητα να εισβάλλει “με το έτσι θέλω” στο καλύβι μου τσαλαπατώντας όχι μόνο το δικό μου αίσθημα, αλλά και το αίσθημα των άλλων που εγώ σέβομαι και αυτή ΔΕΝ σέβεται.
Α, τότε, οργίζομαι.
Αλλά και, πάλι, δεν θα πρόσβαλα κανέναν από αυτούς που προσβάλλουν. Ακόμα κι όταν οργίζομαι, δεν προσβάλλω.
Οργίζομαι όμως όταν βλέπω τον αναίσχυντο νεοσσό του κούκου να πετάει από τη φωλιά τ’ αυγά του ανυποψίαστου μικρού πουλιού που τον φιλοξενεί και τον τρέφει.
Αυτό το πολιτισμικό αίσχος… να μην τολμάει να πει ή να γράψει κανείς δημόσια την (λάθος, θα πω) γνώμη του χωρίς να τον πουν “τσόλι” ή χωρίς να κινδυνεύει να του κολλήσουν οι ντουντούκες τη ρετσινιά του φασίστα (και άλλοτε του ομοφοβικού, άλλοτε του αντικομμουνιστή, άλλοτε του αντίχριστου, κατά περίπτωση) έχει να κάνει ευθέως με την εμπράγματη ιδεολογία της πιο ανεγκέφαλης, της πιο σκοτεινής δικτατορίας των μαλακίων, της στυγνής δικτατορίας που διακήρυξε ο Τζορτζ Μπους το 2002, όταν διαμήνυε σ’ εχθρούς και φίλους του, σε όλον τον πλανήτη, ότι “όποιος δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον μας”.
Αυτοί που καταδικάζουν τάχα τον ιμπεριαλισμό στις διαδηλώσεις και στο διαδίκτυο, άκου με, Φίλιππε, αυτοί είναι τα τυφλά όργανά του.
Αυτοί.
Όχι εγώ που δεν πάω μαζί τους.
Αυτοί αναπαράγουν τώρα εκείνη την σεχταριστική ιδεολογία του Μπους που είχε στήσει ένα σωρό ψέματα ψάχνοντας μια πρόφαση για να εισβάλει στο Ιράκ.
Η καθημερινή συμπεριφορά των παπαγάλων του Αμερικανού εκείνου Ιμπεριαλιστή καταμαρτυρά το αποτρόπαιο σόφισμα της παγκόσμιας δικτατορίας που διέπει πλέον την καθημερινή μας ζωή.
Ο τύραννος δεν είν’ εκεί πάνω, στην εξουσία, είν’ εδώ, πλάι μας, στην διπλανή πόρτα, στο διπλανό portal.