Ένα μαχαίρι για το λαιμό του Σαλμάν Ρουσντί

Τριάντα δύο (μέχρι τώρα) χρόνια στο κουρμπέτι, δημοσίευα τα κείμενά μου επώνυμα, πάντα επώνυμα. Φανατικά.

Έλεγα ότι ο δημοσιογράφος πρέπει να πίνει το πικρό ποτήρι “άσπρο πάτο”, να πληρώνει το τίμημα της δουλειάς του, να το πληρώνει ολόκληρο.

Μετά την αυτολογοκρισία όμως που, αισθανόμενος απειλή, επέβαλλα στον εαυτό μου κατεβάζοντας τον λογαριασμό μου στο facebook και καταργώντας το Άρθρο Γνώμης στην εφημερίδα, άρχισε να “με τρώει” ένα επίμονο ερώτημα:

Τι θα γινόταν άραγε, αν δημοσίευα τη γνώμη μου ανώνυμα;

Για καιρό, δεν είχα την απάντηση.

Χρειάστηκε να τρομάξω στις 13 Αυγούστου 2022, όταν η Βρετανίδα συγγραφέας του “Χάρι Πότερ” Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, συμπαραστάθηκε στον συγγραφέα των “Σατανικών Στίχων” Σαλμάν Ρουσντί που τον μαχαίρωσε στο λαιμό και την κοιλιά ένας μαχητής του ισλάμ.

«Αισθάνομαι αηδία αυτή τη στιγμή. Ας είναι καλά». Έγραψε.

«Μην ανησυχείς, είσαι η επόμενη» της απάντησε χρήστης του Twitter.

Τρόμαξα, επειδή η επίθεση στον Ρουσντί δεν έγινε σε Ασιατική χώρα, αλλά στις ΗΠΑ.

Τρόμαξα, επειδή η απειλή δεν έγινε σε ισλαμική χώρα, αλλά στην καρδιά της Ευρώπης, την Αγγλία.

Για να είμαι ακριβής, δεν τρόμαξα από την απειλή. Τρόμαξα από το γεγονός ότι η μεγαλύτερη εφημερίδα του Ιράν έγραψε πρωτοσέλιδο άρθρο κι έλεγε: «Μπράβο σ’ αυτό το θαρραλέο και με συνείδηση του καθήκοντός του άνδρα, ο οποίος επιτέθηκε στον αποστάτη και φαύλο Σαλμάν Ρουσντί».

Τρόμαξα, επειδή ο επικεφαλής της εφημερίδας διορίζεται από τον ανώτατο ηγέτη του Ιράν, τον αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ.

Και συνεχίζει το δημοσίευμα:
“Ας φιλήσουμε το χέρι αυτού που έσκισε τον λαιμό του εχθρού του Θεού με ένα μαχαίρι”.

Ω, είναι σαφές:

Η ελευθερία του δημοσιογράφου ή του συγγραφέα δεν υφίσταται πλέον.

Δεν καταργήθηκε μόνο στην Ελλάδα. Καταργήθηκε σε όλον τον κόσμο.

Κάποτε η λογοκρισία συνέβαινε μόνο στις δικτατορίες. Σήμερα συμβαίνει στις Δημοκρατίες.

Δεν είναι οι στρατοκράτες που ασκούν λογοκρισία. Είναι ο καθένας που πίνει τον καφέ του ήσυχα – ήσυχα παίζοντας μ’ ένα πληκτρολόγιο στην κρεβατοκάμαρά του.

Τι άλλο να πω…

Μόνο αυτό:

Θα ήμουν ακόμα πιο μπλεγμένος με τις σκέψεις αυτές, αν δεν έπεφτα πάνω σε άρθρο της “Καθημερινής”, θέμα του οποίου ήταν μια ανώνυμη κυρία, δημοφιλής περσόνα του Ίνσταγκραμ, η οποία έγραψε ένα βιβλίο.

Το βιβλίο της είναι απόρροια ενός λογαριασμού στα κοινωνικά δίκτυα υπό τον τίτλο “Μπούτια και διανόηση”.

Το θέμα της “Καθημερινής”, διανθισμένο με φωτογραφία ωραίων γυμνών ποδιών κι ένα βιβλίο να κρύβει το πρόσωπο, πράγματι, με τράβηξε να το διαβάσω.

“Γιατί δεν δείχνεις το πρόσωπό σου;”, ρώτησε η δημοσιογράφος. “Γιατί με απελευθερώνει”, απάντησε η κυρία.

Και συνέχισε:

“Όταν μιλάς προσωπικά και κάνεις αναφορές στο παιδί σου, στον άντρα σου, σε σχέσεις σου, δηλαδή μιλάς και για άλλους ανθρώπους, δεν χρειάζεται να εκτίθεσαι ούτε να εκθέτεις”.

Ορίστε;

Γιατί εγώ βασανιζόμουν τριάντα δύο ολόκληρα χρόνια;

Γιατί τσακώθηκα με εκατοντάδες φίλους; Γιατί τους έχασα;

Γιατί, ως εκδότης, παραλίγο να χρεοκοπήσω;

Επειδή… άκουσον, άκουσον… ήμουν αφοσιωμένος στο δόγμα ότι ο δημοσιογράφος και ο συγγραφέας πρέπει να γράφουν επώνυμα!

“Σκατά στα μούτρα μου”.

Ήταν τόσο απλό…

Χαράμισα ολόκληρη ζωή για να το μάθω…

Αν είχα γράψει ανώνυμα όσα ενόχλησαν κόμματα, κομματάρχες, παπάδες και βολεμένους, δεν θα είχα καμία επίπτωση, ούτε στο κέφι μου, ούτε στα οικονομικά μου.

Α, πόσο ζηλεύω εκείνη την Έλενα Φεράντε…

Όμως… είναι αργά πια…

Ακόμα και η ανωνυμία μου είναι πλέον επώνυμη.

Γράψε ένα σχόλιο...

Scroll to Top