Λαέ μου, λαέ μου

Δε βλέπω, νομίζεις, πόσο αγαπάς την αλήθεια;

Σκίζεσαι.

Η αλήθεια είναι ότι “πετάς τη σκούφια σου” για την αλήθεια.

Γι’ αυτό και, ως λαός, σε ποσοστό 92% παρακαλώ, απεχθάνεσαι τους δημοσιογράφους που ΔΕΝ σου λένε την αλήθεια.

Η αλήθεια επίσης είναι ότι, ως λαός, “πιάνεις πουλιά στον αέρα”. Δε χρειάζεται να σου λένε την αλήθεια οι δημοσιογράφοι. Την ξέρεις μόνος σου.

Εκεί που μπερδεύομαι λιγουλάκι, είναι όταν επιμένεις να σου τη λένε. Κι επειδή όντως ΔΕ σου τη λένε, τους γαμάς το κέρατο κάθε μέρα. Πουλημένους τους ανεβάζεις, ξεπουλημένους τους κατεβάζεις.

Ξέρεις, λαέ μου, κάποτε σε πίστευα.

Όταν ξεκίνησα να δημοσιογραφώ, σε πίστευα. Ήμουν με το μέρος σου. Είχα τάξει άλλωστε τον εαυτό μου να μην προδώσω ποτέ την πιο φτωχή τάξη της χώρας που με γέννησε.

Σε πίστευα κι έκαμα όρκο στον εαυτό μου να σου λέω την αλήθεια που θ’ ανακάλυπτα για οτιδήποτε κι αν έψαχνα.

Εσύ όμως, συνέχισες να λες το ίδιο ποίημα για τους δημοσιογράφους, ό,τι κι αν έκανα. Κοίταξα γύρω μου, και είδα να κάνεις το ίδιο σε πολλούς συναδέλφους που έκαναν για σένα το ίδιο μ’ εμένα. Σε είδα να θάβεις αριστουργήματα, να πετάς στα σκουπίδια ζωές ολόκληρες.

Τότε κατάλαβα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με σένα.

Άκουγες την αλήθεια ως ψέμα. Κατηγορούσες για ιδιοτέλεια όποιον σου την έλεγε.

Για ποια αλήθεια λοιπόν μου τσαμπουνάς;

Ποια αλήθεια ΔΕΝ σου λένε τάχα οι δημοσιογράφοι, λαέ μου; Εκείνη άραγε που εσύ θα εκτιμούσες, αν σου την έλεγαν;

Τι έκαμες μ’ εκείνους που σου είπαν την αλήθεια;

Να σου πω εγώ τι έκαμες:

Αν σου είπε την αλήθεια ο δημοσιογράφος, πέθανε στην ψάθα.

Αν σου είπε την αλήθεια ο ποιητής, χλευάστηκε.

Αν σου είπε την αλήθεια ο πολιτικός, δε βρήκε στην κάλπη “ούτε την ψήφο της μάνας του”.

Ο παπάς όμως που σου λέει ψέματα, είναι άγιος. Και του φιλάς το χέρι.

Ποια αλήθεια λοιπόν περιμένεις;

Αν σου πει κάποιος την αλήθεια που περιμένεις, εσύ θα την αναγνωρίσεις; Είσαι σίγουρος;

Είσ’ ένα μάτσο άχυρα, λαέ μου. “Δε σκαμπάζεις πού πάν’ τα τέσσερα”.

Απλά, μπαπαλίζεις…

Είσ’ ένα ηχείο.

Παπαγαλάκι να πω, αλλά λες ότι παπαγαλάκια είναι οι δημοσιογράφοι, εσύ είσαι “ο γαμάω”…

Εγώ δεν σε αγαπώ βέβαια γι’ αυτά. Εγώ σε αγαπώ για τ’ άλλα. Που τα έχεις, αλλά δεν ξέρεις ότι τα έχεις.

Και δε σ’ αγαπώ μόνο. Θα πέθαινα γι’ αυτά…

Σου μιλώ τόσα χρόνια… στο τέλος όμως κάθε μέρας, ακόμα κι όταν “έστηνες αυτί”, διαπίστωνα πως ο λόγος μου έφτανε σ’ εσένα ως απόηχος, σαν ξεθυμασμένο τσιπουράκι. Σα να υπήρχε ανάμεσά μας ένα τζάμι. Όσο και να φώναζα, δε μ’ άκουγες, ας ήμασταν μια ανάσα μακριά…

Κάνω κριτική στη Νέα Δημοκρατία, χαίρονται οι Πασόκοι και τσαντίζονται μαζί μου οι Νεοδημοκράτες.

Κάνω κριτική στο ΠΑΣΟΚ, χαίρονται οι Νεοδημοκράτες και τσαντίζονται μαζί μου οι Πασόκοι.

Κάνω κριτική στην αριστερά, χαίρονται οι Νεοδημοκράτες και οι Πασόκοι, τσαντίζονται μαζί μου οι αριστεροί.

Κάνω κριτική στους παπάδες, δε χαίρεται κανείς, τσαντίζονται όλοι μαζί μου. Δεξιοί, κεντρώοι, αριστεροί, αναρχικοί, πιστοί και άπιστοι.

Ποιο αναγνωστικό κοινό λαγαρίζει για να πουλήσει φύλλα στο περίπτερο η εφημερίδα μου;

Θα σας εξομολογηθώ λοιπόν ότι ΑΥΤΟΣ ήταν ο λόγος που ασχολήθηκα με τις Μικρές Αγγελίες.

Ασχολήθηκα με τις Μικρές Αγγελίες για να είμαι ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ να γράφω ό,τι θέλω, χωρίς να πεθαίνω.

Όσους επαίνους κι αν άκουσα κατά καιρούς, στο τέλος οι Μικρές Αγγελίες με έσωσαν. Γι’ αυτό είμαι ακόμα εδώ, γι’ αυτό αντέχω. Τις Μικρές Αγγελίες τις διαβάζουν όλοι. Φίλοι κι οχτροί.

Έφτασα στο σημείο να μου λέει κάποιος “συγχαρητήρια για τα γραπτά σου” κι εγώ να πονάω.

Ξέρω λοιπόν όσο κανένας άλλος τι σημαίνει να λες την αλήθεια στο λαό.

Αλήθεια… ποιος είναι καλός δημοσιογράφος κατά τη γνώμη σου; Αυτός που ασκεί κριτική στην εξουσία, θα πεις.

Αμ δε…

Καλός δημοσιογράφος για σένα, λαέ μου, είναι ο δημοσιογράφος που ξεσκίζει όλα τα κόμματα, εκτός από το δικό σου.

Καλός δημοσιογράφος για σένα, Θοδωρή, είναι ο δημοσιογράφος που ξεσκίζει όλους τους πολιτικούς αρχηγούς, εκτός από τον δικό σου.

Καλός δημοσιογράφος είναι, τέλος, εκείνος που ΔΕΝ τα βάζει ποτέ με την Εκκλησία.

Εγώ που τα έβαλα και με αυτήν, είναι σαφές ότι δεν είμαι καλός δημοσιογράφος.

Ευτυχώς που σε κάθε εποχή της τριαντάχρονης πορείας μου υπάρχουν μερικές εκατοντάδες αναγνώστες που με τιμούν, ακόμα και όταν δεν συμφωνούν σε όλα μαζί μου.

Μπορεί να χάνω κάθε χρόνο πολλούς, αλλά κερδίζω (κάθε χρόνο) άλλους τόσους.

Αν δε γινόταν αυτό κάθε χρόνο… εδώ και πολύν καιρό… θα με είχες στείλει στα θυμαράκια, λαέ μου.

Γράψε ένα σχόλιο...

Scroll to Top