Η κριτική δεν είναι αυτοσκοπός

{…Δημοσίευση στο fb, Δευτέρα, Κυριακή, 26 Απριλίου 2020 …}

Για την Δημοκρατία, το δικαίωμα στην κριτική είν’ ένα από τα πιο θεμελιώδη προνόμια του πολίτη. Αποτελεί δε κριτήριο ποιότητας γι’ αυτήν, όταν ασκείται ατιμωρητί.

Ο κίνδυνος δεν πηγάζει από την άσκηση κριτικής, αλλ’ από την ποιότητα της κριτικής, διότι αυτή καθορίζει στο επόμενο επίπεδο την ποιότητα ή μη της Δημοκρατίας που ο πολίτης βιώνει.

Αλλά πώς ζυγίζεται η ποιότητα της κριτικής, ιδίως της κριτικής που ασκούν όλοι;

Νομίζω υπάρχει ένα ζύγι, το οποίο και ξεχνούν οι περισσότεροι. Θα το εκθέσω περιγραφικά:

Ας πάρουμε την κριτική που ασκεί ο πολίτης ή ο δημοσιογράφος απέναντι στην κυβέρνηση.

Πότε είναι σωστή και πότε λάθος;

Πριν απαντηθεί αυτό, που είναι η βάση, να σημειωθεί (για τα υπ’ όψιν) ότι απέναντι στην κυβέρνηση είναι θεσμοθετημένη η κριτική των κομμάτων και του Τύπου.

Όποιες διαφοροποιήσεις κι αν διακρίνει κανείς στην κριτική που κάνει στην κυβέρνηση το κάθε κόμμα και το κάθε Μέσο Ενημέρωσης, υπάρχει ένα κοινό στοιχείο που συνοψίζεται στη λέξη “απέναντι”.

Αυτό το “απέναντι” πρέπει να ζυγίσουμε. Τίθεται θέμα δηλαδή να ζυγιστεί. Πρέπει να βρούμε αν αυτό το “απέναντι” ασκείται σωστά ή λάθος. Απ’ όποιον και αν ασκείται. Από το κόμμα, από το Μέσο Ενημέρωσης ή από τον πολίτη.

Η πρώτη διαπίστωση λέει κάτι πολύ ενδιαφέρον: Το “απέναντι” δεν είναι μόνο δικαίωμα, αλλά και καθήκον.

Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Διότι: Όσο η κριτική ασκείται ως δικαίωμα, δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Όταν όμως ασκείται ως καθήκον, κινδυνεύει να μετατραπεί από λειτουργία της Δημοκρατίας σε κάθε είδους σκοπιμότητα.

Η σκοπιμότητα όμως χρειάζεται την προπαγάνδα και η προπαγάνδα χρειάζεται την στρέβλωση της αλήθειας.

Όσα έπονται, δεν περιποιούν τιμή για τίποτα και για κανέναν, κυρίως όμως δεν περιποιούν τιμή για την Δημοκρατία, η οποία, όταν δεν ευτελίζεται, μετατρέπεται σε φρενοκομείο.

Εδώ είμαστε…

Χρειαζόμαστε τώρα το δυσδιάκριτο ζύγι με το οποίο θα ζυγίζουμε την ποιότητα της κριτικής που ασκείται στην κυβέρνηση από τα κόμματα, τον Τύπο και τους πολίτες. Ένα ζύγι που δεν αφορά την παρούσα κυβέρνηση. Αφορούσε την προηγούμενη και θ’ αφορά την επόμενη. Αφορά όλες τις κυβερνήσεις. Γιατί είναι η μεγάλη συνθήκη, ίσως μία από τις πιο βασικές συνθήκες της Δημοκρατίας.

Χρειαζόμαστε λοιπόν ένα κριτήριο ποιότητας της κριτικής που ασκείται, όχι μόνο απέναντι στην κυβέρνηση, αλλά και απέναντι στο κόμμα, σε κάθε κόμμα, απέναντι στο Μέσο Ενημέρωσης, σε κάθε Μέσο Ενημέρωσης και στον κάθε δημοσιογράφο χωριστά.

Με αφετηρία το αξίωμα “και οι κρίνοντες κρίνονται”, χρειαζόμαστε έναν μπούσουλα, για να μην ξεπέφτουμε στην ασυδοσία.

Αν εξετάζω αυτό το θέμα σήμερα, είναι ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο: Ξεπέσαμε στην ασυδοσία. Δεν διαφέρουμε καθόλου από τα γουρούνια που κυλιούνται στη λάσπη. Όλοι. Μηδενός εξαιρουμένου.

Ιδού λοιπόν το κριτήριο ποιότητας της κριτικής που ασκεί ο καθένας μας απέναντι σε οποιονδήποτε:

Σωστή κριτική είναι εκείνη που απαντά στο ερώτημα:

“Τι θα έκανες εσύ στη θέση εκείνου που κρίνεις;”.

Υπάρχει κι ένα δευτερογενές ερώτημα: “Τι θα συνέβαινε στο κοινωνικό σύνολο, αν γινόταν αυτό που λες εσύ;”.

Λάθος κριτική είναι εκείνη που δεν απαντά στα δύο αυτά ερωτήματα.

Υπάρχει όμως και μια τρίτη εκδοχή: Ν’ απαντάς στο ερώτημα αυτό “ρίχνοντας τη μπάλα στην εξέδρα”. Ή, κατά το κοινώς λεγόμενο, να “το ρίχνεις στο σορολόπ”.

Αυτό το σορολόπ είναι το πρόβλημά μας.

Και είναι πρόβλημά μας, είναι εθνικό πρόβλημα πια, επειδή όλοι, μηδενός εξαιρουμένου, το έχουμε ρίξει στο σορολόπ.

Γράψε ένα σχόλιο...

Scroll to Top