Αντέχεις την αλήθεια για τις εφημερίδες ή προτιμάς το παραμύθι;

Θα κάνω μια τοποθέτηση για τον Έντυπο Τύπο, η συζήτηση για τον οποίο διεξάγεται τα τελευταία χρόνια στα δίκτυα σε αφόρητα υψηλούς τόνους, υψηλότερους από κάθε άλλη συνωμοσιολογική θεωρία. Με πολύ απλά λόγια:

Πάγια πεποίθησή μου (για την οποία δεν έπεισα ποτέ κανέναν συνάδελφο) ήταν ότι έπρεπε να καταργηθεί η κρατική διαφήμιση στα έντυπα Μέσα Ενημέρωσης.

Επειδή όμως ο Τύπος χρειάζεται στήριξη από την Πολιτεία, όπως (καλώς) γίνεται σε όλες τις χώρες του κόσμου (να μη συζητήσουμε τώρα γιατί και πώς) τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια διατύπωσα πολλές φορές – με διαφορετικούς τρόπους – μια επεξεργασμένη πρόταση, υπό τον τίτλο “πρόγραμμα φιλαναγνωσίας”.

Ζητούσα από τον κλάδο μου να υποβληθεί αρμοδίως η πρόταση αυτή με παράλληλο αίτημα για κατάργηση όλων των άλλων “προνομίων” του Έντυπου Τύπου. Όταν λέμε “προνόμια”, εννοούμε την κρατική διαφήμιση και τις υποχρεωτικές – κατά το νόμο – δημοσιεύσεις.

Δεν θα εξηγήσω περισσότερα εδώ τώρα γι’ αυτήν την πρόταση, όμως είμαι πραγματικά ευτυχής που το θέμα έχει προχωρήσει, συζητείται μάλιστα και από την κυβέρνηση (είχε συζητηθεί και από την προηγούμενη) αναμένεται δε να το εφαρμόσει από το 2021. Θα πω μόνο ότι αποτελεί μια υγιή (την υγιέστερη) χρηματοδότηση των εφημερίδων, κρατική μεν, με επιλογή του αναγνώστη (συνδρομητή) δε. Αυτό σημαίνει ότι (στο θέμα του Τύπου) καταργείται ο “μεσάζων” βουλευτής.

Οι συνδικαλιστές του κλάδου που μετείχαν στις έως τώρα συζητήσεις, λένε ότι, αν γίνει αυτό το πρόγραμμα, θα σωθούν οι εφημερίδες.

Εγώ λέω, ότι δεν θα σωθούν οι εφημερίδες. Για να σωθούν οι εφημερίδες, χρειάζονται κι άλλα. Θ’ απαλλαγούν όμως άπαξ διά παντός από την ανάγκη των εκδοτών “ν’ αμαρτάνουν για το παιδί τους”, για να το πω δε αλλιώς, να διαπλέκονται για να επιβιώσουν. Η οριστική απαλλαγή από αυτήν την μολυσματική κατηγορία θα εξυγιάνει τον Τύπο, θ’ αποκαταστήσει την κατεδαφισμένη πια σχέση του με τον αναγνώστη.

Ποιος θα μπορεί τότε να κατηγορήσει μια εφημερίδα ότι “τα παίρνει”, όταν η μοναδική χρηματοδότηση του κράτους προς αυτήν θα είναι να πληρώνει το Υπουργείο στον εκδότη χίλιες συνδρομές για λογαριασμό αναγνωστών που την επέλεξαν οι ίδιοι;

Το χειρότερο βέβαια που έχει να κάνει η κυβέρνηση, δεν είναι που μοιράζει κρατική διαφήμιση στα ΜΜΕ. Είναι που δίνει κρατική διαφήμιση σε Μέσα Ενημέρωσης που δεν υπάρχουν ή που δεν είναι γραμμένα στο Μητρώο. Προφανώς το κάνει, γιατί είναι δικά της. Έτσι το έκανε και η προηγούμενη κυβέρνηση και μη μας κάνει τώρα τον καμπόσο η αντιπολίτευση…

Κάτι που δε γνωρίζουν ορισμένοι, γράφουν όμως πολλά γι’ αυτό, είναι το εξής: Για να είναι μια εφημερίδα στο Μητρώο, πρέπει να τηρεί ορισμένες προδιαγραφές, οι οποίες – βάσει του νόμου – κοστίζουν στον εκδότη της τοπικής εφημερίδας από 1.000 έως 2.000 ευρώ το μήνα. Υποτίθεται ότι αυτό αντισταθμίζεται από τις υποχρεωτικές – κατά το νόμο – δημοσιεύσεις. Έλα όμως που – για πολλούς λόγους – ΔΕΝ αντισταθμίζεται. Γι’ αυτό και υπάρχει η ανάγκη να καλυφθεί το κενό με κάποιο τρόπο. Και ο μοναδικός τρόπος που υπάρχει, είναι ν’ αντισταθμίζεται με κρατική διαφήμιση.

Αν η Πολιτεία δεν θέλει ή δεν πρέπει να δίνει δεκάρα τσακιστή στις εφημερίδες, καλά θα κάνει να τις αφήσει να υπάρχουν όπως αυτές νομίζουν, ν’ ανθίζουν ή να χρεοκοπούν κατά βούληση. Όταν όμως απαιτεί “προδιαγραφές”, όταν, με άλλα λόγια, βάζει τη χερούκλα της στην τσέπη του εκδότη, οφείλει να τις αντισταθμίζει.

Έλα όμως που αυτό το λογικό πράμα εκλαμβάνεται από όλους ως “δωράκι” της κυβέρνησης προς τους εκδότες!

Στην πραγματικότητα είναι μια αποζημίωση έναντι των αξιώσεων που έχει η Πολιτεία από τον εκδότη. Όταν η Πολιτεία νομοθετεί και υποχρεώνει μια επιχείρηση να κάνει το ένα και το άλλο, οφείλει να παρέχει στην επιχείρηση αυτή μια αντισταθμιστική υπηρεσία. ΑΥΤΟ είναι στην ουσία της η κρατική διαφήμιση: Χρέος της Πολιτείας προς τις εφημερίδες. Κι ας βαπτίζεται διαφημιστική “καμπάνια για τον κορωνοϊό”. Λέγεται έτσι για λόγους που δεν είναι της ώρας ν’ αναλύσουμε. Δεν ανταποκρίνεται όμως στην αλήθεια. Γι’ αυτό και η κατηγορία ότι “πληρώνονται οι δημοσιογράφοι για να μας λένε ψέματα”, είναι από άδικη έως ηλίθια.

Όταν το κράτος υποχρεώνει τον τηλεοπτικό σταθμό να έχει 400 εργαζόμενους, ποιος λέει ότι ΔΕΝ οφείλει να δώσει κρατική διαφήμιση στον σταθμό αυτό; Όταν το κράτος υποχρεώνει μια τοπική εφημερίδα να έχει 24 σελίδες με 50% του χώρου της δημοσιογραφική ύλη και να πληρώνει (ο εκδότης) δημοσιογράφο πλήρους απασχόλησης, ποιος λέει δίκαια ότι το κράτος ΔΕΝ οφείλει να δώσει κρατική διαφήμιση στην εφημερίδα αυτή;

Έτσι έχουν τα πράγματα! Και επί των πραγμάτων που έχουν έτσι, αποφαίνονται άπαντες, χωρίς να ξέρουν, χωρίς να θέλουν να ξέρουν… Αμολάνε μια γλώσσα κι όποιον πάρει ο χάρος… Τους αρκεί ότι βολεύει κάθε φορά τον αντιπολιτευτικό τους λόγο. Αδιαφορούν αν σπιλώνονται υπολήψεις, αν χάνονται μονάδες εργασίας, αν πνίγονται σε μια κουταλιά νερό έντιμες μικρές επιχειρήσεις…

Μόνο που έτσι βυθίζεται στο τέλμα ο πιο σημαντικός πυλώνας της Δημοκρατίας. Άσε πια που ο δημοσιογράφος είναι κάτι σαν ο Σατανάς αυτοπροσώπως.

Γράψε ένα σχόλιο...

Scroll to Top