Όντως, ένα λαϊκό κίνημα είναι ανέφικτο. Ας μην τρέφουμε αυταπάτες.
Είναι ανέφικτο, επειδή καμία “μεγάλη ιδέα”(ούτε κάποιος χαρισματικός ηγέτης) δε μπορεί πλέον να ενώσει ομάδες πολιτών σ’ έναν κοινό (προπάντων δε, μαζικό) στόχο.
Τι νόημα έχει άλλωστε μία κυβερνητική αλλαγή που θα οραματιζόταν το πλέον ωραίο ή το πιο δυνατό λαϊκό Κίνημα; Το διακύβευμα δεν είναι πια εθνικό, αλλά παγκόσμιο.
Η ματαιότητα λοιπόν ενός λαϊκού κινήματος δεν είναι μόνο έκδηλη, σε βαθμό που να το καθιστά ουτοπία, επιταχύνει κιόλας την ωρίμανση του συστήματος: Οι κοινωνικές τάξεις οριοθετούνται, αμέσως μετά ομογενοποιούνται, και μία – μία παίρνει τη θέση της στον πάνω ή τον κάτω όροφο της παγκόσμιας πυραμίδας.
Είναι όμως πολλοί εκείνοι που ήδη λένε: “Και γιατί να πάμε κόντρα σ’ αυτό”;
Πράγματι, οι περισσότεροι άνθρωποι του πλανήτη δεν πάνε κόντρα σ’ αυτό. Άλλοι γιατί αισθάνονται ότι δε χρειάζεται, άλλοι γιατί αισθάνονται ότι δε μπορούν.
Πολλοί επιστήμονες δημόσια εκφράζουν ήδη τους φόβους τους για την άλογη δραστηριότητα των ανθρώπων στον πλανήτη και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, ενός πολύμορφου κινδύνου που δεν αφορά μία χώρα, ούτ’ ένα έθνος, αλλά ολόκληρο τον πλανήτη.
Οι ίδιοι επιστήμονες δεν παραλείπουν να εκφράσουν και την ελπίδα ότι η τεχνολογία που εξελίσσεται αλματωδώς θα δώσει τις σωτήριες λύσεις.
Είναι το πιο λογικό, θα πεις.
Ναι, υπό έναν όρο:
Ότι η αλματώδης εξέλιξη της τεχνολογίας θα συνοδευτεί από την αντίστοιχη εξέλιξη του πνεύματος. Αν το πνεύμα του Ανθρώπου, αν ο νέος ουμανισμός δεν ακολουθήσει την τεχνολογική εξέλιξη, η τεχνολογία θα υποδουλώσει τον άνθρωπο. Η τεχνητή νοημοσύνη θα καταστήσει τους ανθρώπους δούλους. Αυτό δε, μπορεί να έγινε ήδη.
Κι επειδή η εξέλιξη του πνεύματος αργεί, την ώρα που η τεχνολογία καλπάζει, τι άλλο θα περίμενε ο λογικός νους από τον εφιάλτη;
Απέναντι σ’ αυτόν τον εφιάλτη καμία δύναμη δε μπορεί σήμερα να σταθεί.
Καμία;
Ας μην είμαστε απόλυτοι!
Το ανθρωπίνως δυνατό μπορεί να γίνει, κι ας μην είναι κανείς σίγουρος για το αποτέλεσμα.
Ποιο είναι αυτό;
Σίγουρα δεν είναι η συγκέντρωση του λαού στην πλατεία, ούτε η διαδήλωση, ούτε η απεργία. Πάνε αυτά! Είναι απομεινάρια μιας πρωτόγονης εποχής. Το λαϊκό κίνημα επίσης: Είναι αναχρονισμός.
Η δύναμη που δεν θα δαιμονοποιεί την τεχνολογία, ταυτόχρονα όμως θα θέτει ζήτημα παράλληλης εξέλιξης του πνεύματος, δε χρειάζεται τη μάζα για εργαλείο της, αλλά τη μικρή εκείνη ομάδα των ανθρώπων του πλανήτη (όχι μεγαλύτερη από το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού) που θ’ αναλάβει (κατά τόπους) την αποστολή ενός νέου διαφωτισμού.
Η Αναγέννηση της Ευρώπης θεμελιώθηκε στον Αριστοτέλη. Περιφρόνησε όμως τον Πλάτωνα. Γι’ αυτό και τ’ αποτελέσματα ήταν λειψά. Στη νέα Αναγέννηση, ακόμα και αν στηριχτούμε στον Αριστοτέλη ΚΑΙ τον Πλάτωνα μαζί, πάλι δε φτάνει. Πάλι τ’ αποτελέσματα που θα προκύψουν θα είναι λειψά. Κι αυτό γιατί αγνοούμε την αρχαία Ελλάδα, για την οποία μιλούσε ο – αρχαίος για μας – Αριστοτέλης. Για να κάνουμε την λυτρωτική αυτή Αναγέννηση, αυτή τη φορά πρέπει να το κάνουμε ακέρια. Όχι μόνο με τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα, αλλά και με τον Πυθαγόρα και τον Απολλώνιο και τον Ηράκλειτο και τον Ορφέα και με κάτι περισσότερο ακόμα που δεν είναι της ώρας.
Η Νέα Αναγέννηση δεν είναι ένα κάποιο προεκλογικό πρόγραμμα κάποιου προοδευτικού κόμματος. Είναι η ανάσταση της μαγεμένης βασιλοπούλας, δηλαδή της αθάνατης Μνήμης του Ανθρώπου, αυτής που τώρα καθεύδει.
Ο νέος διαφωτισμός θα είναι έργο των μυστών. Των μυστών κάθε Τέχνης. Εκείνων δηλαδή που βγήκαν “έξω” από το σύστημα και χωρίς να πηγαίνουν κόντρα σ’ αυτό, με την ποίηση, τα παραμύθια και τη μουσική, με το χορό ή το τραγούδι, φωτίζουν την ψυχή του κόσμου που ήταν ως τώρα λησμονημένη.