Την επανάσταση που κάνεις κατά της κυβέρνησης, την γράφω στα παλαιά μου υποδήματα, σύντροφε.
Και πριν εκστομίσεις τα γνωστά περί λακέδων, για να μην εκτεθείς, σε προλαβαίνω:
Άλλο η επανάσταση κατά της κυβέρνησης, άλλο η επανάσταση κατά της εξουσίας.
Εσύ κάνεις επανάσταση μόνο κατά της κυβέρνησης. Θέλεις να γίνεις χαλίφης στη θέση του χαλίφη.
Η άλλη επανάσταση δεν ξέρεις καν τι εστί…
Εγώ γνωρίζω και τις δύο επαναστάσεις.
Λοιπόν, η δική μου επανάσταση δεν θα γίνει, σύντροφε. Ούτε κατά της κυβέρνησης, ούτε κατά της εξουσίας.
Δεν θα γίνει, επειδή έγινε ήδη.
Και δεν ήταν κατά της κυβέρνησης.
Μη χαίρεσαι. Δεν ομολογώ προδοσία του λαού, όπως αρέσκεσαι να κολλάς ρετσινιές στο κούτελο.
Δεν ήταν, γιατί δεν ήθελα εγώ ή το κόμμα που επέλεγα κάθε φορά να ψηφίσω, δεν ήθελα ποτέ να γίνω (ή να γίνει) εξουσία στην θέση της εξουσίας. Ακόμα και όταν το κόμμα που ψήφισα, έγινε εξουσία, εγώ ήμουν στην αντιπολίτευσή του. Όχι από κάποια φιλοσοφία του “αντί”, όχι, καθόλου, Ήμουν στην αντιπολίτευση, επειδή δεν χαρίστηκα ποτέ ούτε στη μάνα μου την ίδια.
Δεν ήθελα να γίνω εξουσία στη θέση της εξουσίας, επειδή:
Όποιος θέλει να πάρει την εξουσία, δεν διαφέρει καθόλου από τον δυνάστη που την ασκεί.
Επαναλαμβάνω: Η δική μου επανάσταση κατά της εξουσίας δεν θα γίνει, σύντροφε. Κατά της τωρινής ή της επόμενης κυβέρνησης, όχι, δεν επαναστατώ.
Επαναστατώ ενάντια στην εξουσία της οποίας είσαι διαχρονικός εταίρος.
Επαναστατώ ενάντια στην εξουσία τους και στην αντιεξουσία σου, ταυτόχρονα.
Είναι ο δικός μου “διμέτωπος”.
Η δική μου επανάσταση ξεκίνησε άλλωστε όταν ήμουν έφηβος και συνεχίζεται τώρα που δεν είμαι.
Είναι μια διαρκής επανάσταση. Όραμα της οποίας είναι η Ελευθερία.
Όχι αυτή που τσαμπουνάς στην πλατεία με τη ντουντούκα για να βγάζεις γκόμενες…
Οραματίζομαι να ελευθερωθεί ο πολίτης από κάθε είδους θρησκεία: Του Θεού ή του κόμματος, αδιάφορο.
Σε βολεύει το πρώτο, αλλά όχι το δεύτερο. Ξέρω.
Εκτίθεσαι όμως σύντροφε.
Ο επαναστάτης δεν διαλέγει αφέντες. Ούτε ινστρούχτορες. Τους στέλνει και τους δυο “από κει που ήρθαν”.
Κι αφού ξεκαθαρίσαμε αυτά τα πολύ απλά ζητήματα, μπορούμε τώρα να τα πάρουμε από την αρχή όλα:
Χωρίς υπακοή στο Θεό, χωρίς υπακοή στο κόμμα, ναι, μπορούμε να μιλήσουμε.
Η γνώμη μου απέναντι στη γνώμη σου, η γνώμη σου απέναντι στην δική μου, δεν θα έχει κανένα πρόβλημα, όσο κι αν είναι αντίθετη.
Δεν είναι αντίθετες οι γνώμες, επειδή δεν υπάρχουν στρατόπεδα. Δεν υπάρχει Θεός και Διάβολος, ούτε πρόοδος και συντήρηση. Δεν υπάρχουν πόλοι, ο δικομματισμός είναι τεχνητός, όσο τεχνητός είναι και ο διαχωρισμός Ανατολής και Δύσης, όσο ψεύτικος ήταν και ο Ψυχρός Πόλεμος.
Υπάρχει μόνο μία σκάλα εξέλιξης. Πάνω στην οποία υπάρχει το δικό μου και το δικό σου σκαλί.
Αυτό μόνο. Τίποτε άλλο.
Είμαστε στο ίδιο πλοίο, ίσως σε διαφορετικά διαζώματα, όταν όμως το πλοίο ναυαγήσει, θα πνιγούμε μαζί.
Φτάνει τώρα να συμφωνούμε πως όταν θα μιλά ο ένας, θα σωπαίνει ο άλλος.
Έτσι ξεδιπλώνονται οι βασικοί όροι του διαλόγου μας.
Χωρίς αυτούς τους πρώτους όρους, διάλογος δε μπορεί να γίνει ανάμεσά μας, άρα μην το κουράζουμε το ζήτημα…
Τράβα το δρόμο σου, να τραβήξω τον δικό μου.
Αλλά, να ξέρεις, κάποτε θα συναντηθούμε. Είναι νομοτέλεια.
Θα συναντηθούμε, όχι όμως με την θέλησή μας πια.
Και, τότε, δεν θα είναι ούτε ο Θεός ούτε το κόμμα να καλύπτει τα νώτα σου.
Ναι, τότε, θα πονέσεις πολύ, σύντροφε, θέλω να πω, και οι δυο θα πονέσουμε. Πολύ.
Εσύ γιατί δεν έκαμες τίποτα, κι εγώ γιατί δε μπόρεσα να κάνω τίποτα.
Η ευθύνη όμως θα είναι και των δύο για όποιον λόγο και αν ναυαγήσει το πλοίο μας.